Μεγάλο Χωριό – Τα μαγειρέματα του χωριού μας

9 08 2010

Μεγάλο Χωριό Ευρυτανίας, Ιστορικό & Λαογραφικό Μουσείο

Την Κυριακή 8 Αυγούστου 2008, χθες το πρωί, δηλαδή, έγιναν στο Μεγάλο Χωριό Ευρυτανίας τα εγκαίνια του ανακαινισμένου μουσείου μας. Λαογραφικό μέχρι πρότινος, είναι πλέον ιστορικό και λαογραφικό μουσείο, για το οποίο είμαστε όλοι υπερήφανοι.  Για το μουσείο αυτό βέβαια θα επανέλθω και θα σας το παρουσιάσω μόλις έχω καινούργιες φωτογραφίες.

Το κείμενο που ακολουθεί έχει να κάνει με τη διατροφή αφού στη διάρκεια της εκδήλωσης παρουσιάσαμε τη νέα έκδοση του συνδέσμου μας.

Είναι ένα μικρό βιβλίο με τοπικές συνταγές που μαγειρεύουν εδώ και χρόνια στα μεγαλοχωρίτικα σπίτια.

 «Καλημέρα σας και καλωσορίσατε.

Πριν σας πω οτιδήποτε άλλο θα ήθελα κι εγώ με τη σειρά μου να ευχαριστήσω όλους εσάς που είσαστε εδώ σήμερα στα εγκαίνια του ανακαινισμένου Μουσείου μας. Kαι βέβαια να ευχαριστήσω από το βάθος της καρδιάς μου πρώτα από όλα τους δωρητές και όλους εκείνους που εδώ και χρόνια δούλεψαν και συνερχίζουν να δουλεύουν με αφοσίωση για να γίνει το μουσείο μας πραγματικά μοναδικό.

Προσωπικά είμαι πάρα πολύ συγκινημένη γιατί κατορθώσαμε να έχουμε στο χωριό μας ένα τέτοιο απόκτημα που ανήκει σε όλους εμάς, που μας ενώνει και που συνδέει με έναν άλλο, τόσο ιδιαίτερο τρόπο τις μεγαλοχωρίτικες οικογένειες μεταξύ τους.

Μέσα σ’αυτό το χώρο τιμάμε με τον καλύτερο τρόπο τους προγόνους μας αφού εδώ βρίσκονται πολύτιμα αντικείμενα που εκείνοι μας άφησαν κληρονομιά και μέσω αυτών θα ζουν για πάντα , θα ζωντανεύουν εδώ μέσα και οι ίδιοι.

Σκεφτόμουν καθώς κοίταζα τις προθήκες ότι καλύτερη θέση για να αναδειχθούν τα οικογενειακά μας κειμήλια δεν θα μπορούσε να βρεθεί. Αλλά και τι τιμή για το μουσείο μας και τον τόπο μας όταν επισκέπτες από άλλα μέρη διαλέγουν αυτόν ακριβώς το χώρο για να δωρίσουν δικά τους κειμήλια και συλλογές!

Με τα εκθέματά του, λοιπόν, και με τον τρόπο που αυτά έχουν αναδειχθεί σήμερα, το μουσείο   ιστορικό και λαογραφικό πλέον θα κάνει το χωριό μας πόλο έλξης και για μια άλλη πολύ σημαντική μερίδα επισκεπτών. Το πιστεύω ακράδαντα αυτό. Είναι εκείνοι οι επισκέπτες που εκτός από τον καθαρό αέρα, την υπέροχη φύση και τις αθλητικές δραστηριότητες που μπορούν να απολαύσουν στην περιοχή, θα έρχονται για να γνωρίσουν καλύτερα τον τόπο μας, μέσα από την ιστορική και λαογραφική παράδοσή του.  

Είναι λοιπόν χρέος όλων μας να στηρίξουμε, να διαφυλάξουμε και να εμπλουτίσουμε τις δραστηριότητες του μουσείου μας και του συνδέσμου μας με κάθε δυνατό τρόπο. Το ξέρετε καλά, πώς ό,τι δίνουμε το παίρνουμε πίσω πολλαπλά άρα και ό,τι προσφέρουμε στο μουσείο μας, θα επιστραφεί σ’αυτόν τον τόπο στο πολλαπλάσιο.

Ενα ακόμη μεγάλο ευχαριστώ θα ήθελα να εκφράσω στους συγγραφείς αυτού του βιβλίου, που είναι οι μαγείρισσες και οι μάγειροι που μας εμπιστεύτηκαν τις οικογενειακές συνταγές τους.  

Η διατροφή μας είναι μέρος της κληρονομιάς μας και της παράδοσής μας και μάλιστα από τις πιο βασικές αφού εκεί στηρίζεται κυρίως η μακροβιότητά μας και η καλή μας υγεία. Είμαστε αυτό που τρώμε λένε. Απλά το φαγητό είναι εφήμερο, το μαγειρεύεις, το τρως και πάει τελείωσε. Δεν μπορείς να το φυλάξεις κάπου για να το βλέπεις. Οι γεύσεις, όμως, καταγράφονται στη μνήμη μας,  οι ουσίες στο κύτταρό μας και οι συνταγές στα τετράδιά μας.

Οταν άρχισαν οι κουβέντες για τη δημιουργία αυτού του βιβλίου, επιδίωξή μας ήταν η γραπτή καταγραφή, η ανάδειξη και η διάδοση της γαστρονομικής μας κληρονομιάς και παράδοσης.

Οι συνταγές παλιότερα πηγαίνανε από μάνα σε κόρη και από στόμα σε στόμα, υπήρχαν ελάχιστα τετράδια και γραπτές μαρτυρίες, αφού τα συνταγολόγια ήταν μια μάλλον αστική συνήθεια. Ο καιρός όμως πέρασε και οι νεώτερες γενιές έχουν μάθει πια να λειτουργούν με οδηγίες χρήσεως. Πιστεύουμε λοιπόν ότι ένα τέτοιο βιβλίο μαγειρικής δίπλα σε όλα τα άλλα τα σύγχρονα εκτός από το ότι θα συνδέει τα παιδιά μας με το παρελθόν, θα τους φανεί και χρήσιμο.

Οι συνταγές που παραθέτουμε στις σελίδες αυτού του μικρού βιβλίου, μας  αποκαλύπτουν ότι οι πρόγονοί μας ακολουθούσαν έναν απλό και υγιεινό τρόπο διατροφής. Να σας εξομολογηθώ βέβαια, ότι καθώς μαζεύαμε τις συνταγές με τη Μαίρη Καλλιάνη –πρόεδρο του συνδέσμου μας- μου φάνηκαν πολλά τα φαγητά με κρέατα και βούτυρα, πράγμα που με απασχόλησε πολύ.

Θυμήθηκα τότε ότι σε όλα τα σπίτια -τουλάχιστον μέχρι και την εποχή των γιαγιάδων μας-  ακολουθούσαν αυστηρά τους κανόνες της νηστείας έτσι όπως τους έχει ορίσει η ορθόδοξη εκκλησία. Αργότερα, η αυστηρότητα στην κουζίνα υποχώρησε μπροστά στην ευκολία και εμείς σήμερα για να μη μιλήσω για τα παιδιά μας ούτε που θυμόμαστε πια τι και πότε μπορούμε να το τρώμε.

Κρίναμε, λοιπόν, σκόπιμο εκτός από τις συνταγές να παραθέσουμε και ένα πίνακα με τους κανόνες της νηστείας αφού αυτή τη συγκεκριμμένη μαγειρική δεν μπορεί να τη δει κανείς ανεξάρτητα από τις νηστείες οι οποίες πέρα από τη θρησκευτικότητα στην ουσία καθόριζαν έναν υγιεινό τρόπο διατροφής.  

Σήμερα στα περισσότερα σπίτια, τρώμε ασυλλόγιστα, κρέατα, βούτυρα και γλυκά σα να είναι κάθε μέρα γιορτή (πράγμα βεβαίως πιο εύκολο και σε πολλές περιπτώσεις πιο φτηνό θα έλεγα) και έχουμε ξεχάσει τα φρούτα, τις σαλάτες και τα όσπρια, οι επιπτώσεις όμως αυτής της διατροφής δεν αργούν να φανούν στην υγεία μας.

Παλιά, τα ψητά, τα κοντοσούβλια, τα κοκορέτσια, οι γαρδούμπες και το χοιρινό λίπος  τρωγόντουσαν περιστασιακά και μόνο σε ορισμένες περιόδους του χρόνου (εορτές Χριστουγέννων, Απόκριες, Πάσχα κλπ). Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι οι πρόγονοί μας  χρειαζόντουσαν πολύ περισσότερη ενέργεια και θερμίδες από ότι ο σύγχρονος άνθρωπος αφού οι δουλειές  τους ήταν χειρωνακτικές, περπάταγαν όλη την ημέρα στα βουνά και το χειμώνα χρειαζόντουσαν λιπαρά, κρασάκι και τσίπουρο για να ζεσταθούν.

Στο βιβλίο του «Κρητική Παραδοσιακή Κουζίνα» ο Νίκος Ψιλλάκης, συναδέλφος από το Ηράκλειο της Κρήτης που ασχολείται συστηματικά εδώ και χρόνια με την Κρητική διατροφή, γράφει ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1960 οι Κρήτες αγρότες  περπατούσαν κατά μέσο όρο 13 χιλιόμετρα την ημέρα ενώ το 70% των σημερινών Κρητών αγροτών περπατά λιγότερο από δύο χιλιόμετρα την ημέρα. Κάτι ανάλογο μπορούμε να υποθέσουμε ότι ισχύει και στα δικά μας μέρη.

Η Κρητική διατροφή, ειδικά, η οποία σε σχέση με τη δική μας τη Ρουμελιώτικη έχει περισσότερο λάδι -αντί για βούτυρο- και μεγαλύτερη ποικιλία από χόρτα θαρρώ, θεωρείται παγκοσμίως πλέον η πιο υγιεινή διατροφή.  Για να είμαστε υγιείς και για να ζούμε περισσότερα χρόνια καλά οι ειδικοί –εκτός από την άσκηση και τις πλούσιες ανθρώπινες σχέσεις που είναι απολύτως απαραίτητα όπωςε λέγαμε μια άλλη φορά- μας προτείνουν  την επιστροφή στην παραδοσιακή δίαιτα  με έμφαση στην περιορισμένη ποσότητα και συχνότητα χρήσης κρέατος και λοιπών ζωϊκών προϊόντων.

Αντίθετα τα δημητριακά (ψωμί και παξιμάδι από αλεύρι ολικής αλέσεως, πολύσπορα καθώς και από κριθάρι και σίκαλη), τα όσπρια, τα λαχανικά, τα φρούτα και το ελαιόλαδο πρέπει να αποτελούν περισσότερο από το 85% του καθημερινού μας διαιτολογίου.

Ξεχάστε, λοιπόν, τα σπορέλαια, τις μαργαρίνες, τις φυτίνες, και τα βούτυρα, μαγειρέψτε μόνο με ελαιόλαδο. Ακόμα και τα γλυκά αποκτούν ενδιαφέρουσα γεύση με ελαιόλαδο αντί για βούτυρο. Οι μεγάλοι σεφ το προτιμούν πλέον γιατί όλα τα άλλα λιπαρά αποδείχτηκε ότι σε βάθος χρόνου είναι επικίνδυνα για την υγεία.  Σε ένα συνέδριο, μάλιστα, άκουσα τον Αντώνη Καφάτο, καθηγητή προληπτικής ιατρικής και διατροφής στο πανεπιστήμιο της Κρήτης, να λέει ότι η σύνθεση του λαδιού σε λιπαρά οξέα είναι παρόμοια με εκείνη του μητρικού γάλακτος.  Επιπλέον, το ελαιόλαδο περιέχει πολύτιμες ουσίες που προφυλάσσουν τον οργανισμό από πολλές σοβαρές ασθένειες.

Για να θυμηθούμε όμως τι προτείνει η Ρουμελιώτικη κουζίνα.

Τι και πώς τρώγανε οι παλιοί;

Θυμάμαι τη γιαγιά μου, χειμώνα καλοκαίρι να ανάβει φωτιά από τις πέντε το πρωί. Μετά άρχιζε να καθαρίζει και να μαγειρεύει. Το φαγητό σιγοψηνόταν στο τσουκάλι ή στη γάστρα, ενώ εκείνη πεταγόταν μέχρι το κοτέτσι για να ταϊσει τις κότες και να μαζέψει τ’αυγά, πέρναγε και από τον κήπο για να ποτίσει. Και γύριζε πίσω με την ποδιά γεμάτη κολοκυθάκια, λουλούδια και κορφάδες, ντομάτες, μαϊντανό, μαγκίπες και φασολάκια. Κάπως έτσι μαγειρεύει για τους πελάτες της η κυρά Λένη στο Νόστιμο, η τελευταία παραδοσιακή επαγγελματίας μαγείρισσα της περιοχής μας που είχα την τύχη να παρουσιάσω παλιότερα στο περιοδικό που δουλεύω. 

 «Τι τρώγατε παλιά;» την είχα ρωτήσει.

«Κρέας» μου είπε «δεν τρώγαμε συχνά. Πίτες φιάχναμε και όσπρια. Είχαμε και πολύ τουρσί που το ετοιμάζαμε το φθινόπωρο. Σπέρναμε στάρια, καλαμπόκια, φασόλια, φακές, ρεβύθια, πατάτες. Το χειμώνα βάζαμε στρέματα με λάχανα και πράσα. Τα σκεπάζαμε με ξερά κλαδιά για να μην τα κάψει το χιόνι. Φιαχναμε συχνά λαχανόρυζο και πρασόρυζο. Το πρωί τρώγαμε ένα πιάτο τραχανά ή ένα κομμάτι κατσαμάκι και αυτό μας κράταγε χορτάτους μέχρι το βράδυ που γυρίζαμε από τα χωράφια.

Το κατσαμάκι που το λένε και μαμαλίγκα στο χωριό μας

 (είναι η διάσημη πολέντα των Ιταλών, την έχουν περί πολλού σε όλα τα ιταλικά σπίτια και στα εστιατόρια φυσικά ενώ εμείς δεν ξέρουμε καλά καλά τι είναι)

ΝΑ ΑΥΤΗ π.χ. ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΥΝΤΑΓΗ ΠΟΥ ΠΑΡΑΛΕΙΨΑΜΕ και περιμένω τώρα κάποια από σας να μας τη φέρει για να την προσθέσουμε στο βιβλίο μας όταν θα ετοιμάσουμε την επόμενη έκδοση που θέλουμε να την εμπλουτίσουμε με όλα όσα εντωμεταξεί θα θυμηθείτε και θα καταγράψετε. Γιατί είμαστε σίγουροι ότι υπάρχουν κι άλλα φαγητά και συνήθειες που έχουν μείνει απέξω και πρέπει όλα αυτά τα ξεχασμένα να τα μαζέψουμε.

Κάπου κάπου, λοιπόν, οι παλιοί σφάζανε μια κατσίκα ή ένα αρνί αλλά είχανε και το κυνήγι. Παλιά περνάγανε κοπάδια από κιριαρίνες. Ξέρανε το πέρασμά τους, στήνανε αγκίστρια και το βράδυ μαζεύανε καμμιά πενηνταριά πουλιά. Είχανε και ψάρια, πέστροφες από το ποτάμι. Το χειμώνα το γάλα και το βούτυρο ήτανε άφθονο και τα Χριστούγεννα σφάζανε το γουρούνι που έδινε πολλά μαγειρέματα.

Τα χοιροσφάγια, από την αρχαιότητα ακόμα, ήταν μια από τις πιο σημαντικές τελετές της χρονιάς όχι μόνο στην περιοχή μας, αλλά σχεδόν σε όλες τις χώρες της Μεσογείου και της Ευρώπης. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια κυκλοφόρησε ένα ενδιαφέρον βιβλίο στο οποίο ο Μυκονιάτης μελετητής Δημήτρης Ρουσουνέλος έχει καταγράψει όλα τα έθιμα τα σχετικά με τα χοιροσφάγια που ακόμα διατηρούνται στο νησί του.  Γιατί, το χειμώνα η τόσο τουριστική Μύκονος -όσο κι αν μας φαίνεται παράξενο – όταν περνάει η τρέλλα του καλοκαιριού μετατρέπεται και πάλι σε ένα κυκλαδίτικο νησί που διατηρεί με αυστηρότητα τις παραδόσεις του.

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στο ωραίο μας χωριό. Το καλοκαίρι, ιδιαίτερα προς το τέλος του, η διατροφή είχε πολύ μεγαλύτερη ποικιλία. Οι κήποι γέμιζαν με φρούτα και λαχανικά. (Είχανε κεράσια, μήλα, αχλάδια, μούρα, βατόμουρα, σύκα, κράνια, σταφύλια, κάστανα, καρύδια και κυδώνια.) Και το φθινόπωρο συναγωνιζόντουσαν ποιος θα κάνει το πιο ωραίο νταβάνι. Στο καλό δωμάτιο εκεί που δεν άναβε φωτιά, κρεμάγανε ψηλά μια σειρά από σταφύλια -σκλοπνίχτια τα λέγανε, ήταν αυτά που κρατάγανε περισσότερο- και μετά σειρές από μήλα, κυδώνια και ρόδια.  Και όταν ερχόταν επισκέπτης έκοβαν ένα φρούτο και τον φιλεύανε.

Ο καφές ήταν σπάνιο είδος και όταν υπήρχε, τον έπιναν το απόγευμα οι γεροντότεροι. Εβαζαν μερικούς σπόρους στην ψήστρα και τη γύριζαν στη φωτιά μέχρι να ψηθούν, μετά τους άλεθαν και έβραζαν τον καφέ στο μπρίκι μέσα στην καφτή στάχτη. Συνήθως όμως αντί για καφέ έπιναν ρεβύθι και κριθάρι. ΄Ελειπε επίσης το λάδι, όλα τα φαγητά τα μαγείρευαν με βούτυρο (κατσικίσιο ή χοιρινό), η γεύση του όμως δεν ταίριαζε πάντα.

Ελειπε και το μαύρο πιπέρι, που ήταν πολύ ακριβό μπαχαρικό. Αντί γιαυτό χρησιμοποιούσαν αποξηραμένη και τριμένη κόκκινη πιπεριά (το λεγόμενο μπούκοβο) που εκτός από την ιδιαίτερη γεύση έδινε και κόκκινο χρώμα στο φαγητό το χειμώνα όταν δεν υπήρχε ντομάτα. Μεγαλύτερη όμως -το έχω ακούσει από πολύ κόσμο αυτό- ήταν η έλειψη της ζάχαρης, ειδικά το χειμώνα που δεν υπήρχαν φρούτα.

Θα ήθελα όμως επίσης να επισημάνω ότι η κουζίνα του χωριού μας δεν ήταν καθαρά αγροτική. Είχε δεχτεί επιροές και είχε ενσωματώσει από νωρίς αστικά στοιχεία κυρίως εξ αιτίας της μετακίνησης των συγχωριανών μας από και προς την Κωνσταντινούπολη όπως μαρτυρούν τα πολίτικα τετράδια συνταγών που έφτασαν στα χέρια μας.

Τελευταία αναφορά θα κάνω στο κρασί, το τσίπουρο και τα λικέρ, όλα πάντα σπιτικά φυσικά. Στο βιβλίο μας, λοιπόν, θα βρείτε ακόμη και συνταγές για να φιάξετε εξαιρετικά σπιτικά λικεράκια από τον αλχημιστή γιατρό μας Μπάμπη Ντούμα.

Τη διατροφή των προγόνων μας την έθεσα υπ’όψη της κυρίας Εμμανουέλας Μαγριπλή, που είναι μια νέα επιστήμων, διαιτολόγος – διατροφολόγος. Δεν θέλω να σας κουράσω άλλο γιαυτό και θα σας πω περιληπτικά την απάντησή της. Ως ειδικός, λοιπόν, επεσήμανε ότι :

«Με μια πρώτη ματιά, το διαιτολόγιο αυτό μπορεί να φαίνεται πολύ βαρύ και πλούσιο, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι. Το φαγητό που μαγείρευε η παραδοσιακή ρουμελιώτισα νοικοκυρά:

  • ήταν πιο ελαφρύ και πολύ πιο υγιεινό από αυτό που τρώμε σήμερα στις πόλεις, κυρίως γιατί γινόταν με αγνά υλικά, φρέσκα λαχανικά από τους κήπους, χωρίς συντηρητικά ή φυτοφάρμακα και κρέατα χωρίς ορμόνες και αντιβιοτικά που προσθέτουν σήμερα στα εκτροφεία
  • ο κρόκος των αυγών περιείχε λιγότερη χοληστερόλη γιατί οι κότες ελευθέρας βοσκής τρέφονταν με καλαμπόκι και τσιμπολογούσαν χορταράκια στους κήπους
  • Τα φαγητά παρασκευαζόντουσαν λίγο πριν φαγωθούν και με σωστό τρόπο δηλαδή έβραζαν αργά και σταθερά σε χαμηλή φωτιά οπότε διατηρούσαν όλα τα θρεπτικά στοιχεία και τις βιταμίνες τους.
  • Οι άνθρωποι έτρωγαν σπάνια κόκκινο κρέας και παρόλο ότι ζούσαν στα βουνά έβρισκαν ακόμα και ψάρι
  • Ειδικά το καλοκαίρι η διατροφή ήταν ελαφριά και ιδανική για τις ζεστές ημέρες αφού ήταν πλούσια σε φρούτα και λαχανικά.
  • Οι χορτόπιτες, που έτρωγαν συχνά είναι πλούσιες σε αντιοξειδωτικά στοιχεία γιατί περιέχουν μια ποικιλία από λαχανικά, πράσα, σπανάκι, λάπατα και αρωματικά.
  • Τα σπιτικά γλυκά του κουταλιού είναι πιο θρεπτικά και πιο υγιεινά από τα τυποιημένα γλυκά των πόλεων τα οποία περιέχουν συντηρητικά βλαβερά για την υγεία ειδικά όταν καταναλώνονται συχνά. 
  • Ο καφές από ρεβυθόζουμο ή κριθαρόζουμο ήταν μια από τις πιο υγιεινές συνήθειες, που σήμερα δυστυχώς ακολουθούν μόνο όσοι κάνουν ομοιοπαθητική
  • Και τέλος, αν και μπορεί να ακούγεται ακραίο, ο τραχανάς, η ζυμαρόπιτα και το κατσαμάκι που έτρωγαν κάποτε για πρωϊνό είναι ότι καλύτερο μπορεί να φάει κάποιος ακόμη και σήμερα αφού τα θρεπτικά τους στοιχεία είναι ασύγκριτα καλύτερα από αυτά που περιέχει μια τυρόπιτα του εμπορίου.

Αυτά είχαν να σας πω για τις διατροφικές συνήθειες των προγόνων μας οι οποίες συνήθειες αποτελούν το υπόβαθρο των συνταγών μας.

Ευχή μας, τώρα, είναι να μπει αυτό το βιβλιαράκι σε όλα τα σπίτια των δικών μας παντού όπου υπάρχουν μεγαλοχωρίτες και βεβαίως να το αποκτήσουν οι νεώτεροι. Επίσης όμως ευχόμαστε να μπει και στα ράφια των επαγγελματιών με την ελπίδα ότι θα εμπλουτίσουν τον κατάλογό τους και με φαγάκια παραδοσιακά. Και αναφέρομαι όχι μόνο στα εστιατόρια αλλά και στους ξενώνες. 

Βάλτε στον πάγκο του πρωϊνού ένα καλάθι με μήλα, μια πιατέλα με ζυμαρόπιτα ή κατσαμάκι που γίνονται πανεύκολα, ζυμωτό ψωμί, σπιτικό κέικ, ντόπιο μέλι και μαρμελάδα κράνι και το χειμώνα βράστε στους ξένους σας τραχανά και τσάι του βουνού.

Πιστέψτε με κάτι θα αλλάξει.

Σας ευχαριστώ πολύ.»

Κική Τριανταφύλλη





Μεγάλο Χωριό – Ταμπέλες

24 04 2009
Το Πάσχα τριγύριζα στα  σοκάκια του χωριού με τη φωτογραφική μου μηχανή στην τσέπη. Στόχος μου αυτή τη φορά ήταν οι ταμπέλες. Ευτυχώς εδώ δεν υπάρχουν επιγραφές με νέον και άλλες κακογουστιές. Οι ταμπέλες είναι ζωγραφισμένες πάνω σε τσίγκο ή σε ξύλο και είναι όλες καλόγουστες  και πολύ τρυφερές.

Το στέκι του Γιαννή, στο Μύλο
Το στέκι του Γιαννή, στο Μύλο

«Το στέκι του Γιαννή» -ναι καλά διάβασες Γιαννή, τον λέμε και όχι Γιάννη-  είναι το πρώτο μαγαζάκι – delikatessen που συναντάς μόλις φτάσεις στο Μεγάλο Χώριο, κάτω στο Μυλοκάλανο απέναντι από το δημόσιο parking .

Λίγο πιο πάνω στη ανηφόρα που οδηγεί στην πλατεία, πλάι πλάι είναι τα μαγαζιά του Πάνου Καρίπη και της Μαρίας Χάσκου

Πάνος Καρίπης

Πάνος Καρίπης

η καινούργια ταμπέλα του Καρίπη

η καινούργια ταμπέλα του Καρίπη

Ειδικότητα του Πάνου τα ζυμαρικά και τα τυριά, ενώ της Μαρίας τα γλυκά κουταλιού, οι μαρμελάδες και τα λικεράκια.

Το Εργαστήρι γλυκών της Μαρίας Χάσκου - Μαχαλιώτη

Το Εργαστήρι γλυκών της Μαρίας Χάσκου - Μαχαλιώτη

Το περίπτερο του Καραμέτα στην πλατεία
Το περίπτερο του Καραμέτα στην πλατεία

Το αμφιλεγόμενο, πλην όμως πασίγνωστο γαλακτομπούρεκο στο καφενείο της Ιωάννας και του Αλέκου Καρβέλη, φέρνει πολλούς λιχούδηδες στο χωριό μας, όλο το χρόνο. Προσωπικά το δοκίμασα -για πρώτη φορά, ναι το ομολογώ-  τη Μεγάλη Παρασκευή μετά τον Επιτάφειο και μου άρεσε γιατί ήταν ελαφρύ και όχι πολύ γλυκό.

Το γαλακτομπούρεκο του Καρβέλη

Το γαλακτομπούρεκο του Καρβέλη

 Η Ελένη Δασκαλάκη είναι ζωγράφος. Σπούδασε στην Ιταλία. Εδώ και αρκετά χρόνια έχει εγκατασταθεί στο χωριό και στο εργαστήριό της ετοιμάζει  διάφορα ωραία διακοσμητικά από φυσικά υλικά. Μ’αρέσουν πολύ τα στεφάνια της από ξερά λουλούδια και κλαριά και βέβαια οι ταμπέλες της. Η Ελένη, που υπογράφει ΕΔΑΣ, έχει φιλοτεχνήσει τις περισσότερες ταμπέλες σε επιχειρήσεις της περιοχής.

Το εργαστήριο της Ελένης Δασκαλάκη

Το εργαστήριο της Ελένης Δασκαλάκη

Εργο της Ελένης είναι και τα ωραία γραμματοκιβώτια, το ένα έξω από το εργαστήριό της και το άλλο έξω από το Παραμύθι.

το γραμματοκιβώτιο της Ελένης

το γραμματοκιβώτιο της Ελένης

το γραμματοκιβώτιο του Φώτη

το γραμματοκιβώτιο του Φώτη

Το «Παραμύθι» είναι το στέκι των νεώτερων -οι μεγαλύτεροι προτιμούν να τα πίνουν στο ξενοδοχείο στην πλατεία.
Το "Παραμύθι" του Φώτη

Το "Παραμύθι" του Φώτη

 Εδώ που σήμερα είναι το «Παραμύθι» παλιότερα βρισκόταν η χασαποταβέρνα του Γιώργου Πριόβολου.  Το πρωί αγοράζαμε κρέας για το σπίτι  και το βράδυ τρώγαμε υπέροχα ψητά. (Αυτή η φωτογραφία δεν είναι δική μου, ας είναι καλά ο ξάδερφος ο Σταύρος Πριόβολος, ο γιος του θείου Γιώργου, που μου την έστειλε.)

Χασάπικο το πρωί, ταβέρνα το βράδυ

Χασάπικο το πρωί, ταβέρνα το βράδυ

Το μαγαζί του Κρίκου έχει κλείσει πια αλλά είναι καλοδιατηρημένο και το καλοκαίρι εδώ απέξω λειτουργεί η «μικρή Βουλή» – κατάλαβες τώρα. 

τα ψιλικά του Κρίκου

τα ψιλικά του Κρίκου

 Στου Βαστάκη θα φας τα καλύτερα σουβλάκια της επικράτειας από νόστιμο κρέας, κομένο στο χέρι και σαλάτα με εξαιρετικό αγουρέλαιο.

Η ψησταριά του Βαστάκη

Η ψησταριά του Βαστάκη

Παλιά στο χωριό υπήρχαν πολλά μαγαζιά: μπακάλικα, ραφεία, τσαγκάρικα, μόνο φούρνο δεν είχαμε, το ψωμί το έψηναν οι νοικοκυρές στο φούρνο του σπιτιού. Τώρα κλείσανε όλα αυτά εκτός από το οινοπαναντοπωλείο του Κωστούλα Βονόρτα, που γερνάει μαζί με τον ιδιοκτήτη και τους πελάτες του.

Το παλιό καφενείο-μπακάλικο του Κωστούλα

Το παλιό καφενείο-μπακάλικο του Κωστούλα

Λαογραφικό Μουσείο Μεγάλου Χωριού

Λαογραφικό Μουσείο Μεγάλου Χωριού

Στο λαογραφικό μας μουσείο συγκινούμαι κάθε φορά που βλέπω μεταξύ άλλων  -οικογενειακών ενθυμίων- ταμπέλες και αντικείμενα από τα παλιά μαγαζάκια όπως το παπουτσίδικο του Αναγνωστόπουλου.

το τσαγκάρικο στο μουσείο

το τσαγκάρικο στο μουσείο

το τσαγκάρικο του Σωτήρη όπως ήταν παλιά

το τσαγκάρικο του Σωτήρη όπως ήταν παλιά

Από ένα ρεπορτάζ με ταμπέλες δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι ξενώνες. Στο χωριό υπάρχουν πολλοί, δεν έχουν όμως όλοι ταμπέλα, όπως η «Ανεράδα» -by the way το πρώτο και πιο cute boutique hotel στην Ελλάδα-, η «Φωλίτσα, το «Αγνάντι» και το «Πέτρινο».

Ο ρομαντικός ξενώνας της Μαρίας Γιαννάκου

Ο ρομαντικός ξενώνας της Μαρίας Γιαννάκου

 

το "Πέτρινο" της Βασιλικής Ιμβρου

το "Πέτρινο" της Βασιλικής Ιμβρου

 

Ο ξενώνας της Βαλεντίνας Πριόβολου

Ο ξενώνας της Βαλεντίνας Πριόβολουτα δωμάτια της Φρόσως Γιαννακοπούλου

Άφησα για το τέλος την ταμπέλα του Γιώργου Γιαννακόπουλου στον Αη Θανάση. Είναι η χειρότερη και θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε. Καΐ είναι κρίμα γιατί αδικεί το εστιατόριο που έχει καλό φαγητό και ωραίο περιβάλλον στην εξοχή.
το εστιατόριο του Γιώργου Γιαννακόπουλου στον Αη Θανάση

το εστιατόριο του Γιώργου Γιαννακόπουλου στον Αη Θανάση

  





Χριστούγεννα στο Μεγάλο Χωριό

1 01 2009

Ηταν μια γερή ανάσα αυτό το ταξίδι, έμεινα βλέπεις 5 ολόκληρες μέρες.

Η παραμονή των Χριστουγέννων στην Ευρυτανία, όπως και ανήμερα ήταν μέρες λαμπρές με έναν ήλιο δυνατό και παγωμένο γαλανό ουρανό.

Στόλισα τα ξύλινα ζυμωτήρια που έχω βάλει στα παράθυρα, μούφερε κι ο ξάδελφος ένα ελατάκι και το μπήξαμε στο παρτέρι δίπλα στην πόρτα.  

 

dsc01462dsc01464

Πήρα το κλαδευτήρι και την τσουγκράνα  καθάρισα και τα παρτέρια και τις γλάστρες μου από τα ξερά χορτάρια. Ισα που πρόλαβα δηλαδή γιατί την άλλη μέρα το πρωί που άνοιξα την πόρτα είδα αυτό το υπέροχο θέαμα.

8-proi-avli

Το δεντράκι μου ήταν κάτασπρο κιαυτό

dsc01485

Οι μέρες πέρασαν με βόλτες στα χιόνια -ήμουν έκπληκτη σαν μωρό παιδί γιατί τόσα χιόνια δεν είχα ξαναδεί στο χωριό μου και κάθε πρωί περίμενα ανυπόμονα να ξημερώσει για να πεταχτώ έξω- ωραία φαγάκια και προβληματισμένες κουβέντες με φίλους και συγγενείς για όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας αυτές τις μέρες.

Το χωριό από την αυλή του Κώστα

Το χωριό από την αυλή του Κώστα

Παρασκευή και Σάββατο χιόνιζε ασταμάτητα

dsc01497dsc01533

 

Εξω από τα σπίτια εμφανίστηκαν γλυκούληδες μικροί Αη-Βασίληδες, όπως αυτός (επάνω) που έφιαξε η ξαδέλφη μου Ανθούλα για την εγγονή της την  Ιωάννα και άλλος ένας τσαχπίνης που συνάντησα έξω από τα Μπακατσέϊκα.

 

 

Τα πράγματα ήταν δύσκολα στο δρόμο, την πρώτη μέρα με δυσκολία καταλάβαινα που βρισκόμουν. Είναι βλέπεις όλα τόσο διαφορετικά όταν τα σκεπάσει το χιόνι

Για όσους έχουν πάει στο Μεγάλο Χωριό της Ευρυτανίας, αυτό είναι το Κεφαλόβρυσο, το αναγνωρίζετε;

dsc01534 dsc01535

dsc01538

Τελικά, εκεί που νόμιζα ότι είχα χαθεί, βγήκε η ξαδέρφη στο μπαλκόνι και με οδήγησε στο σπίτι!!! Θα επανέλθω όμως με φωτογραφίες της επόμενης μέρας.