Παντοπωλείο Στοάς Αθανάτων

27 02 2012

Εκλεκτές ελιές Καλαμών, Θάσου, Χαλκιδικής, Μανάκια, Χίου, κι άλλες πολλές ποικιλίες ανάλατες και ξυδάτες, γνήσιος βακαλάος και ρέγγα Ισλανδίας, ταραμάδες, φρέσκια λακέρδα από μεγάλα τορίκια του Αιγαίου, σκουμπριά, σαρδέλες και αντζούγιες στην άλμη, παστά, καπνιστά, ταραμόγλωσσα (αβγοτάραχο μπακαλιάρου) και αντζούγιες Ισπανίας, όλα χύμα ή και συσκευασμένα. Κι εκτός από ελιές, αλίπαστα και τουρσιά, λάδια, ξύδια, χειροποίητα ζυμαρικά και ένα σωρό άλλα καλούδια, σε τιμές κεντρικής αγοράς και όχι ντελικατέσεν.

Όλα αυτά εκεί στο «Παντοπωλείο της Στοάς των Αθανάτων» (Αρμοδίου 2, τηλ: 210-3219855) τα βρήκαμε στη γωνία της Στοάς με την Αρμοδίου. Ιδρύθηκε το 1957. Τότε ακόμη υπήρχαν πολλά μπακάλικα μέσα στην Κεντρική Αγορά, τελικά όμως αυτό ήταν το μόνο που επέζησε και επεκτάθηκε, γνωστό για τη φιλική εξυπηρέτηση, την ποικιλία και την ποιότητα των προϊόντων του και για τις λογικές τιμές του.

Καθαρή Δευτέρα σήμερα, λοιπόν, και κατεβήκαμε με τη μητέρα μου για την παραδοσιακή βόλτα στην Κεντρική Αγορά. Περάσαμε και από το Παντοπωλείο για να αγοράσουμε ελιές. Παρ’όλη την ορθοστασία και την κούραση, η Λουίζα κι ο Σταμάτης, που ήταν στο πόστο τους ήδη πάνω από είκοσι ώρες -και θα έμεναν μέχρι τη μία το μεσημέρι- μας υποδέχτηκαν χαμογελαστοί και ευχαριστημένοι.

«Δεν έχουμε παράπονο, φέτος μας τίμησαν οι πελάτες μας περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ήρθαν έστω και για να αγοράσουν κάτι λίγο» μας είπε η Λουίζα κι εμείς χαρήκαμε πολύ, αφού από μπακαλόσογο καταγόμαστε και γνωρίζουμε καλά τον μόχθο και την αγωνία του επαγγελματία μπακάλη.

Δίπλα στην ψαραγορά, ήταν σχεδόν αδύνατο να προχωρήσεις. Τόσο μεγάλος ο συνωστισμός, λες και είχε μαζευτεί εκεί όλος ο κόσμος της Αθήνας για να βεβαιωθεί ότι υπάρχουν απ’όλα τα καλά κι ας μην μπορεί να τ’αγοράσει. Συγκρατημένοι ήταν όλοι και μελαγχολικοί. Δεν βιάζονταν να φύγουν ούτε διαμαρτύρονταν όπως άλλες φορές για το αδιαχώρητο. Μάλλον ένιωθαν καλύτερα μέσα στην πολυκοσμία της αγοράς, ανάμεσα σε κασόνια με σουπιές, καλαμάρια, χταποδάκια, μύδια, στρείδια, καβούρια ζωντανά και καβουροδαγκάνες παρά έξω ανάμεσα σε  επιθετικά γκραφίτι, καμένα κτίρια, και αστέγους.

Πήραμε τις ελιές μας – φανατικά Καλαμών η μητέρα μου, Χαλκιδικής εγώ- και χαλβά από την Ξάνθη, του Τασελαρίδη, που μας αρέσει πολύ με λεμόνι και κανέλλα όπως τον σέρβιρε ο πατέρας μου. Προχωρήσαμε προς το Μοναστηράκι, αγοράσαμε και νόστιμη λαγάνα με προζύμι από τον «Φούρνο της γιαγιάς» (λίγο παρακάτω  στη  δεξιά πλευρά της Αθηνάς) με τα ωραία ψωμιά, τα παξιμάδια και τα κουλουράκια ολικής και φύγαμε για το σπίτι. Ψιλόβρεχε και ήταν άδεια η Αθηνάς και το Μοναστηράκι. Εχει, όμως, κιαυτό τη γοητεία του.

Αλλά δείτε και το υπέροχο κείμενο που βρήκα στο blog της Αννας Δαμιανίδη για τς ελιές και το Παντοπωλείο:

http://pezotis.blogspot.com/2012/02/blog-post_25.html





Ελιές στο Τηγάνι

20 09 2008

Μμμμμμμ, ναι επιτέλους βρέχει και στη γειτονιά μου. Ωραία μαλακή, ποτιστική βροχούλα. Σήμερα αποσυνδέσαμε και το αυτόματο πότισμα. Και γιατί να σηκωθούμε παρακαλώ; Να πιούμε καφέ στο κρεβάτι, αυτό είναι να κάνουμε σήμερα, με τα ρολά ανεβασμένα ή τα παντζούρια ανοιχτά ότι προτιμάς και τις κουρτίνες τραβηγμένες, να μπαίνει μέσα η μυρωδιά του βρεγμένου χώματος (λέμε τώρα …) και η γκριζάδα του ουρανού.
ΚΑΛΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

  

Και το βραδάκι θα πιούμε τσίπουρα με μεζέ ελιές τηγανητές…

Την περασμένη βδομάδα που πήγαμε στη Θήβα, η Αννούλα με φίλεψε ένα σακούλι από τις ελιές της, τις μαύρες, τις ζαρωμένες που μ’αρέσουν περισσότερο από κάθε άλλη ράτσα. Και μαζί μούδωσε και μια συνταγή για ένα εξαιρετικό μεζεδάκι. Βάζεις στο τηγάνι λίγο λάδι  να ζεσταθεί σε μέτρια φωτιά και ρίχνεις τις ελιές. Τις γυρνάς δυο τρεις φορές και τις σβήνεις με λεμόνι. Είναι τρέλλα και σηκώνουν τσίπουρο ή ουζάκι, ότι προτιμάς. Κάντο και θα με θυμηθείς.