Μεγάλο Χωριό – Τα μαγειρέματα του χωριού μας

9 08 2010

Μεγάλο Χωριό Ευρυτανίας, Ιστορικό & Λαογραφικό Μουσείο

Την Κυριακή 8 Αυγούστου 2008, χθες το πρωί, δηλαδή, έγιναν στο Μεγάλο Χωριό Ευρυτανίας τα εγκαίνια του ανακαινισμένου μουσείου μας. Λαογραφικό μέχρι πρότινος, είναι πλέον ιστορικό και λαογραφικό μουσείο, για το οποίο είμαστε όλοι υπερήφανοι.  Για το μουσείο αυτό βέβαια θα επανέλθω και θα σας το παρουσιάσω μόλις έχω καινούργιες φωτογραφίες.

Το κείμενο που ακολουθεί έχει να κάνει με τη διατροφή αφού στη διάρκεια της εκδήλωσης παρουσιάσαμε τη νέα έκδοση του συνδέσμου μας.

Είναι ένα μικρό βιβλίο με τοπικές συνταγές που μαγειρεύουν εδώ και χρόνια στα μεγαλοχωρίτικα σπίτια.

 «Καλημέρα σας και καλωσορίσατε.

Πριν σας πω οτιδήποτε άλλο θα ήθελα κι εγώ με τη σειρά μου να ευχαριστήσω όλους εσάς που είσαστε εδώ σήμερα στα εγκαίνια του ανακαινισμένου Μουσείου μας. Kαι βέβαια να ευχαριστήσω από το βάθος της καρδιάς μου πρώτα από όλα τους δωρητές και όλους εκείνους που εδώ και χρόνια δούλεψαν και συνερχίζουν να δουλεύουν με αφοσίωση για να γίνει το μουσείο μας πραγματικά μοναδικό.

Προσωπικά είμαι πάρα πολύ συγκινημένη γιατί κατορθώσαμε να έχουμε στο χωριό μας ένα τέτοιο απόκτημα που ανήκει σε όλους εμάς, που μας ενώνει και που συνδέει με έναν άλλο, τόσο ιδιαίτερο τρόπο τις μεγαλοχωρίτικες οικογένειες μεταξύ τους.

Μέσα σ’αυτό το χώρο τιμάμε με τον καλύτερο τρόπο τους προγόνους μας αφού εδώ βρίσκονται πολύτιμα αντικείμενα που εκείνοι μας άφησαν κληρονομιά και μέσω αυτών θα ζουν για πάντα , θα ζωντανεύουν εδώ μέσα και οι ίδιοι.

Σκεφτόμουν καθώς κοίταζα τις προθήκες ότι καλύτερη θέση για να αναδειχθούν τα οικογενειακά μας κειμήλια δεν θα μπορούσε να βρεθεί. Αλλά και τι τιμή για το μουσείο μας και τον τόπο μας όταν επισκέπτες από άλλα μέρη διαλέγουν αυτόν ακριβώς το χώρο για να δωρίσουν δικά τους κειμήλια και συλλογές!

Με τα εκθέματά του, λοιπόν, και με τον τρόπο που αυτά έχουν αναδειχθεί σήμερα, το μουσείο   ιστορικό και λαογραφικό πλέον θα κάνει το χωριό μας πόλο έλξης και για μια άλλη πολύ σημαντική μερίδα επισκεπτών. Το πιστεύω ακράδαντα αυτό. Είναι εκείνοι οι επισκέπτες που εκτός από τον καθαρό αέρα, την υπέροχη φύση και τις αθλητικές δραστηριότητες που μπορούν να απολαύσουν στην περιοχή, θα έρχονται για να γνωρίσουν καλύτερα τον τόπο μας, μέσα από την ιστορική και λαογραφική παράδοσή του.  

Είναι λοιπόν χρέος όλων μας να στηρίξουμε, να διαφυλάξουμε και να εμπλουτίσουμε τις δραστηριότητες του μουσείου μας και του συνδέσμου μας με κάθε δυνατό τρόπο. Το ξέρετε καλά, πώς ό,τι δίνουμε το παίρνουμε πίσω πολλαπλά άρα και ό,τι προσφέρουμε στο μουσείο μας, θα επιστραφεί σ’αυτόν τον τόπο στο πολλαπλάσιο.

Ενα ακόμη μεγάλο ευχαριστώ θα ήθελα να εκφράσω στους συγγραφείς αυτού του βιβλίου, που είναι οι μαγείρισσες και οι μάγειροι που μας εμπιστεύτηκαν τις οικογενειακές συνταγές τους.  

Η διατροφή μας είναι μέρος της κληρονομιάς μας και της παράδοσής μας και μάλιστα από τις πιο βασικές αφού εκεί στηρίζεται κυρίως η μακροβιότητά μας και η καλή μας υγεία. Είμαστε αυτό που τρώμε λένε. Απλά το φαγητό είναι εφήμερο, το μαγειρεύεις, το τρως και πάει τελείωσε. Δεν μπορείς να το φυλάξεις κάπου για να το βλέπεις. Οι γεύσεις, όμως, καταγράφονται στη μνήμη μας,  οι ουσίες στο κύτταρό μας και οι συνταγές στα τετράδιά μας.

Οταν άρχισαν οι κουβέντες για τη δημιουργία αυτού του βιβλίου, επιδίωξή μας ήταν η γραπτή καταγραφή, η ανάδειξη και η διάδοση της γαστρονομικής μας κληρονομιάς και παράδοσης.

Οι συνταγές παλιότερα πηγαίνανε από μάνα σε κόρη και από στόμα σε στόμα, υπήρχαν ελάχιστα τετράδια και γραπτές μαρτυρίες, αφού τα συνταγολόγια ήταν μια μάλλον αστική συνήθεια. Ο καιρός όμως πέρασε και οι νεώτερες γενιές έχουν μάθει πια να λειτουργούν με οδηγίες χρήσεως. Πιστεύουμε λοιπόν ότι ένα τέτοιο βιβλίο μαγειρικής δίπλα σε όλα τα άλλα τα σύγχρονα εκτός από το ότι θα συνδέει τα παιδιά μας με το παρελθόν, θα τους φανεί και χρήσιμο.

Οι συνταγές που παραθέτουμε στις σελίδες αυτού του μικρού βιβλίου, μας  αποκαλύπτουν ότι οι πρόγονοί μας ακολουθούσαν έναν απλό και υγιεινό τρόπο διατροφής. Να σας εξομολογηθώ βέβαια, ότι καθώς μαζεύαμε τις συνταγές με τη Μαίρη Καλλιάνη –πρόεδρο του συνδέσμου μας- μου φάνηκαν πολλά τα φαγητά με κρέατα και βούτυρα, πράγμα που με απασχόλησε πολύ.

Θυμήθηκα τότε ότι σε όλα τα σπίτια -τουλάχιστον μέχρι και την εποχή των γιαγιάδων μας-  ακολουθούσαν αυστηρά τους κανόνες της νηστείας έτσι όπως τους έχει ορίσει η ορθόδοξη εκκλησία. Αργότερα, η αυστηρότητα στην κουζίνα υποχώρησε μπροστά στην ευκολία και εμείς σήμερα για να μη μιλήσω για τα παιδιά μας ούτε που θυμόμαστε πια τι και πότε μπορούμε να το τρώμε.

Κρίναμε, λοιπόν, σκόπιμο εκτός από τις συνταγές να παραθέσουμε και ένα πίνακα με τους κανόνες της νηστείας αφού αυτή τη συγκεκριμμένη μαγειρική δεν μπορεί να τη δει κανείς ανεξάρτητα από τις νηστείες οι οποίες πέρα από τη θρησκευτικότητα στην ουσία καθόριζαν έναν υγιεινό τρόπο διατροφής.  

Σήμερα στα περισσότερα σπίτια, τρώμε ασυλλόγιστα, κρέατα, βούτυρα και γλυκά σα να είναι κάθε μέρα γιορτή (πράγμα βεβαίως πιο εύκολο και σε πολλές περιπτώσεις πιο φτηνό θα έλεγα) και έχουμε ξεχάσει τα φρούτα, τις σαλάτες και τα όσπρια, οι επιπτώσεις όμως αυτής της διατροφής δεν αργούν να φανούν στην υγεία μας.

Παλιά, τα ψητά, τα κοντοσούβλια, τα κοκορέτσια, οι γαρδούμπες και το χοιρινό λίπος  τρωγόντουσαν περιστασιακά και μόνο σε ορισμένες περιόδους του χρόνου (εορτές Χριστουγέννων, Απόκριες, Πάσχα κλπ). Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι οι πρόγονοί μας  χρειαζόντουσαν πολύ περισσότερη ενέργεια και θερμίδες από ότι ο σύγχρονος άνθρωπος αφού οι δουλειές  τους ήταν χειρωνακτικές, περπάταγαν όλη την ημέρα στα βουνά και το χειμώνα χρειαζόντουσαν λιπαρά, κρασάκι και τσίπουρο για να ζεσταθούν.

Στο βιβλίο του «Κρητική Παραδοσιακή Κουζίνα» ο Νίκος Ψιλλάκης, συναδέλφος από το Ηράκλειο της Κρήτης που ασχολείται συστηματικά εδώ και χρόνια με την Κρητική διατροφή, γράφει ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1960 οι Κρήτες αγρότες  περπατούσαν κατά μέσο όρο 13 χιλιόμετρα την ημέρα ενώ το 70% των σημερινών Κρητών αγροτών περπατά λιγότερο από δύο χιλιόμετρα την ημέρα. Κάτι ανάλογο μπορούμε να υποθέσουμε ότι ισχύει και στα δικά μας μέρη.

Η Κρητική διατροφή, ειδικά, η οποία σε σχέση με τη δική μας τη Ρουμελιώτικη έχει περισσότερο λάδι -αντί για βούτυρο- και μεγαλύτερη ποικιλία από χόρτα θαρρώ, θεωρείται παγκοσμίως πλέον η πιο υγιεινή διατροφή.  Για να είμαστε υγιείς και για να ζούμε περισσότερα χρόνια καλά οι ειδικοί –εκτός από την άσκηση και τις πλούσιες ανθρώπινες σχέσεις που είναι απολύτως απαραίτητα όπωςε λέγαμε μια άλλη φορά- μας προτείνουν  την επιστροφή στην παραδοσιακή δίαιτα  με έμφαση στην περιορισμένη ποσότητα και συχνότητα χρήσης κρέατος και λοιπών ζωϊκών προϊόντων.

Αντίθετα τα δημητριακά (ψωμί και παξιμάδι από αλεύρι ολικής αλέσεως, πολύσπορα καθώς και από κριθάρι και σίκαλη), τα όσπρια, τα λαχανικά, τα φρούτα και το ελαιόλαδο πρέπει να αποτελούν περισσότερο από το 85% του καθημερινού μας διαιτολογίου.

Ξεχάστε, λοιπόν, τα σπορέλαια, τις μαργαρίνες, τις φυτίνες, και τα βούτυρα, μαγειρέψτε μόνο με ελαιόλαδο. Ακόμα και τα γλυκά αποκτούν ενδιαφέρουσα γεύση με ελαιόλαδο αντί για βούτυρο. Οι μεγάλοι σεφ το προτιμούν πλέον γιατί όλα τα άλλα λιπαρά αποδείχτηκε ότι σε βάθος χρόνου είναι επικίνδυνα για την υγεία.  Σε ένα συνέδριο, μάλιστα, άκουσα τον Αντώνη Καφάτο, καθηγητή προληπτικής ιατρικής και διατροφής στο πανεπιστήμιο της Κρήτης, να λέει ότι η σύνθεση του λαδιού σε λιπαρά οξέα είναι παρόμοια με εκείνη του μητρικού γάλακτος.  Επιπλέον, το ελαιόλαδο περιέχει πολύτιμες ουσίες που προφυλάσσουν τον οργανισμό από πολλές σοβαρές ασθένειες.

Για να θυμηθούμε όμως τι προτείνει η Ρουμελιώτικη κουζίνα.

Τι και πώς τρώγανε οι παλιοί;

Θυμάμαι τη γιαγιά μου, χειμώνα καλοκαίρι να ανάβει φωτιά από τις πέντε το πρωί. Μετά άρχιζε να καθαρίζει και να μαγειρεύει. Το φαγητό σιγοψηνόταν στο τσουκάλι ή στη γάστρα, ενώ εκείνη πεταγόταν μέχρι το κοτέτσι για να ταϊσει τις κότες και να μαζέψει τ’αυγά, πέρναγε και από τον κήπο για να ποτίσει. Και γύριζε πίσω με την ποδιά γεμάτη κολοκυθάκια, λουλούδια και κορφάδες, ντομάτες, μαϊντανό, μαγκίπες και φασολάκια. Κάπως έτσι μαγειρεύει για τους πελάτες της η κυρά Λένη στο Νόστιμο, η τελευταία παραδοσιακή επαγγελματίας μαγείρισσα της περιοχής μας που είχα την τύχη να παρουσιάσω παλιότερα στο περιοδικό που δουλεύω. 

 «Τι τρώγατε παλιά;» την είχα ρωτήσει.

«Κρέας» μου είπε «δεν τρώγαμε συχνά. Πίτες φιάχναμε και όσπρια. Είχαμε και πολύ τουρσί που το ετοιμάζαμε το φθινόπωρο. Σπέρναμε στάρια, καλαμπόκια, φασόλια, φακές, ρεβύθια, πατάτες. Το χειμώνα βάζαμε στρέματα με λάχανα και πράσα. Τα σκεπάζαμε με ξερά κλαδιά για να μην τα κάψει το χιόνι. Φιαχναμε συχνά λαχανόρυζο και πρασόρυζο. Το πρωί τρώγαμε ένα πιάτο τραχανά ή ένα κομμάτι κατσαμάκι και αυτό μας κράταγε χορτάτους μέχρι το βράδυ που γυρίζαμε από τα χωράφια.

Το κατσαμάκι που το λένε και μαμαλίγκα στο χωριό μας

 (είναι η διάσημη πολέντα των Ιταλών, την έχουν περί πολλού σε όλα τα ιταλικά σπίτια και στα εστιατόρια φυσικά ενώ εμείς δεν ξέρουμε καλά καλά τι είναι)

ΝΑ ΑΥΤΗ π.χ. ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΥΝΤΑΓΗ ΠΟΥ ΠΑΡΑΛΕΙΨΑΜΕ και περιμένω τώρα κάποια από σας να μας τη φέρει για να την προσθέσουμε στο βιβλίο μας όταν θα ετοιμάσουμε την επόμενη έκδοση που θέλουμε να την εμπλουτίσουμε με όλα όσα εντωμεταξεί θα θυμηθείτε και θα καταγράψετε. Γιατί είμαστε σίγουροι ότι υπάρχουν κι άλλα φαγητά και συνήθειες που έχουν μείνει απέξω και πρέπει όλα αυτά τα ξεχασμένα να τα μαζέψουμε.

Κάπου κάπου, λοιπόν, οι παλιοί σφάζανε μια κατσίκα ή ένα αρνί αλλά είχανε και το κυνήγι. Παλιά περνάγανε κοπάδια από κιριαρίνες. Ξέρανε το πέρασμά τους, στήνανε αγκίστρια και το βράδυ μαζεύανε καμμιά πενηνταριά πουλιά. Είχανε και ψάρια, πέστροφες από το ποτάμι. Το χειμώνα το γάλα και το βούτυρο ήτανε άφθονο και τα Χριστούγεννα σφάζανε το γουρούνι που έδινε πολλά μαγειρέματα.

Τα χοιροσφάγια, από την αρχαιότητα ακόμα, ήταν μια από τις πιο σημαντικές τελετές της χρονιάς όχι μόνο στην περιοχή μας, αλλά σχεδόν σε όλες τις χώρες της Μεσογείου και της Ευρώπης. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια κυκλοφόρησε ένα ενδιαφέρον βιβλίο στο οποίο ο Μυκονιάτης μελετητής Δημήτρης Ρουσουνέλος έχει καταγράψει όλα τα έθιμα τα σχετικά με τα χοιροσφάγια που ακόμα διατηρούνται στο νησί του.  Γιατί, το χειμώνα η τόσο τουριστική Μύκονος -όσο κι αν μας φαίνεται παράξενο – όταν περνάει η τρέλλα του καλοκαιριού μετατρέπεται και πάλι σε ένα κυκλαδίτικο νησί που διατηρεί με αυστηρότητα τις παραδόσεις του.

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στο ωραίο μας χωριό. Το καλοκαίρι, ιδιαίτερα προς το τέλος του, η διατροφή είχε πολύ μεγαλύτερη ποικιλία. Οι κήποι γέμιζαν με φρούτα και λαχανικά. (Είχανε κεράσια, μήλα, αχλάδια, μούρα, βατόμουρα, σύκα, κράνια, σταφύλια, κάστανα, καρύδια και κυδώνια.) Και το φθινόπωρο συναγωνιζόντουσαν ποιος θα κάνει το πιο ωραίο νταβάνι. Στο καλό δωμάτιο εκεί που δεν άναβε φωτιά, κρεμάγανε ψηλά μια σειρά από σταφύλια -σκλοπνίχτια τα λέγανε, ήταν αυτά που κρατάγανε περισσότερο- και μετά σειρές από μήλα, κυδώνια και ρόδια.  Και όταν ερχόταν επισκέπτης έκοβαν ένα φρούτο και τον φιλεύανε.

Ο καφές ήταν σπάνιο είδος και όταν υπήρχε, τον έπιναν το απόγευμα οι γεροντότεροι. Εβαζαν μερικούς σπόρους στην ψήστρα και τη γύριζαν στη φωτιά μέχρι να ψηθούν, μετά τους άλεθαν και έβραζαν τον καφέ στο μπρίκι μέσα στην καφτή στάχτη. Συνήθως όμως αντί για καφέ έπιναν ρεβύθι και κριθάρι. ΄Ελειπε επίσης το λάδι, όλα τα φαγητά τα μαγείρευαν με βούτυρο (κατσικίσιο ή χοιρινό), η γεύση του όμως δεν ταίριαζε πάντα.

Ελειπε και το μαύρο πιπέρι, που ήταν πολύ ακριβό μπαχαρικό. Αντί γιαυτό χρησιμοποιούσαν αποξηραμένη και τριμένη κόκκινη πιπεριά (το λεγόμενο μπούκοβο) που εκτός από την ιδιαίτερη γεύση έδινε και κόκκινο χρώμα στο φαγητό το χειμώνα όταν δεν υπήρχε ντομάτα. Μεγαλύτερη όμως -το έχω ακούσει από πολύ κόσμο αυτό- ήταν η έλειψη της ζάχαρης, ειδικά το χειμώνα που δεν υπήρχαν φρούτα.

Θα ήθελα όμως επίσης να επισημάνω ότι η κουζίνα του χωριού μας δεν ήταν καθαρά αγροτική. Είχε δεχτεί επιροές και είχε ενσωματώσει από νωρίς αστικά στοιχεία κυρίως εξ αιτίας της μετακίνησης των συγχωριανών μας από και προς την Κωνσταντινούπολη όπως μαρτυρούν τα πολίτικα τετράδια συνταγών που έφτασαν στα χέρια μας.

Τελευταία αναφορά θα κάνω στο κρασί, το τσίπουρο και τα λικέρ, όλα πάντα σπιτικά φυσικά. Στο βιβλίο μας, λοιπόν, θα βρείτε ακόμη και συνταγές για να φιάξετε εξαιρετικά σπιτικά λικεράκια από τον αλχημιστή γιατρό μας Μπάμπη Ντούμα.

Τη διατροφή των προγόνων μας την έθεσα υπ’όψη της κυρίας Εμμανουέλας Μαγριπλή, που είναι μια νέα επιστήμων, διαιτολόγος – διατροφολόγος. Δεν θέλω να σας κουράσω άλλο γιαυτό και θα σας πω περιληπτικά την απάντησή της. Ως ειδικός, λοιπόν, επεσήμανε ότι :

«Με μια πρώτη ματιά, το διαιτολόγιο αυτό μπορεί να φαίνεται πολύ βαρύ και πλούσιο, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι. Το φαγητό που μαγείρευε η παραδοσιακή ρουμελιώτισα νοικοκυρά:

  • ήταν πιο ελαφρύ και πολύ πιο υγιεινό από αυτό που τρώμε σήμερα στις πόλεις, κυρίως γιατί γινόταν με αγνά υλικά, φρέσκα λαχανικά από τους κήπους, χωρίς συντηρητικά ή φυτοφάρμακα και κρέατα χωρίς ορμόνες και αντιβιοτικά που προσθέτουν σήμερα στα εκτροφεία
  • ο κρόκος των αυγών περιείχε λιγότερη χοληστερόλη γιατί οι κότες ελευθέρας βοσκής τρέφονταν με καλαμπόκι και τσιμπολογούσαν χορταράκια στους κήπους
  • Τα φαγητά παρασκευαζόντουσαν λίγο πριν φαγωθούν και με σωστό τρόπο δηλαδή έβραζαν αργά και σταθερά σε χαμηλή φωτιά οπότε διατηρούσαν όλα τα θρεπτικά στοιχεία και τις βιταμίνες τους.
  • Οι άνθρωποι έτρωγαν σπάνια κόκκινο κρέας και παρόλο ότι ζούσαν στα βουνά έβρισκαν ακόμα και ψάρι
  • Ειδικά το καλοκαίρι η διατροφή ήταν ελαφριά και ιδανική για τις ζεστές ημέρες αφού ήταν πλούσια σε φρούτα και λαχανικά.
  • Οι χορτόπιτες, που έτρωγαν συχνά είναι πλούσιες σε αντιοξειδωτικά στοιχεία γιατί περιέχουν μια ποικιλία από λαχανικά, πράσα, σπανάκι, λάπατα και αρωματικά.
  • Τα σπιτικά γλυκά του κουταλιού είναι πιο θρεπτικά και πιο υγιεινά από τα τυποιημένα γλυκά των πόλεων τα οποία περιέχουν συντηρητικά βλαβερά για την υγεία ειδικά όταν καταναλώνονται συχνά. 
  • Ο καφές από ρεβυθόζουμο ή κριθαρόζουμο ήταν μια από τις πιο υγιεινές συνήθειες, που σήμερα δυστυχώς ακολουθούν μόνο όσοι κάνουν ομοιοπαθητική
  • Και τέλος, αν και μπορεί να ακούγεται ακραίο, ο τραχανάς, η ζυμαρόπιτα και το κατσαμάκι που έτρωγαν κάποτε για πρωϊνό είναι ότι καλύτερο μπορεί να φάει κάποιος ακόμη και σήμερα αφού τα θρεπτικά τους στοιχεία είναι ασύγκριτα καλύτερα από αυτά που περιέχει μια τυρόπιτα του εμπορίου.

Αυτά είχαν να σας πω για τις διατροφικές συνήθειες των προγόνων μας οι οποίες συνήθειες αποτελούν το υπόβαθρο των συνταγών μας.

Ευχή μας, τώρα, είναι να μπει αυτό το βιβλιαράκι σε όλα τα σπίτια των δικών μας παντού όπου υπάρχουν μεγαλοχωρίτες και βεβαίως να το αποκτήσουν οι νεώτεροι. Επίσης όμως ευχόμαστε να μπει και στα ράφια των επαγγελματιών με την ελπίδα ότι θα εμπλουτίσουν τον κατάλογό τους και με φαγάκια παραδοσιακά. Και αναφέρομαι όχι μόνο στα εστιατόρια αλλά και στους ξενώνες. 

Βάλτε στον πάγκο του πρωϊνού ένα καλάθι με μήλα, μια πιατέλα με ζυμαρόπιτα ή κατσαμάκι που γίνονται πανεύκολα, ζυμωτό ψωμί, σπιτικό κέικ, ντόπιο μέλι και μαρμελάδα κράνι και το χειμώνα βράστε στους ξένους σας τραχανά και τσάι του βουνού.

Πιστέψτε με κάτι θα αλλάξει.

Σας ευχαριστώ πολύ.»

Κική Τριανταφύλλη





Πρωτομαγιά στο αμπέλι

1 05 2010

Η μπουγάτσα της Πρωτομαγιάς

«Στα μέρη μας Πρωτομαγιά δεν γίνεται χωρίς μπουγάτσα «, μου είπε η φίλη μου όταν τη ρώτησα «τι είναι αυτό». Αυτό,  λοιπόν, είναι ένα εξαιρετικό, γλυκό ψωμί με πετιμέζι αρωματισμένο με μπαχαρικά (τη συνταγή θα σας την πω μόλις την πάρω από τη μάνα της – είπα, μέρα γιορτή να μην κάθομαι να γράφω αλλά να γιορτάσω μαζί με τους υπόλοιπους στη φύση) που στην Πελοπόννησο το λένε μπουγάτσα και δεν έχει καμμιά σχέση με την άλλη που ξέρουμε όλοι (;)με το φύλλο και την κρέμα (γλυκειά ή αλμυρή).

Μαγιάτικο στεφάνι

Οι προετοιμασίες στο κτήμα των φίλων μου στο Μαλανδρένι είχανε αρχίσει από την προηγούμενη μέρα. Οι καλεσμένοι (καμμιά ογδονταριά Ελληνες οι περισσότεροι, μα εντόπισα ανάμεσά μας και Γάλλους και Γερμανούς και Αμερικανούς εγκατεστημένους εδώ και χρόνια στην περιοχή)  ήρθανε στο αμπέλι ανήμερα, καταφθάνε με τα δώρα τους σιγά σιγά – από νωρίς το πρωί μέχρι και την ώρα του φαγητού.  Κι ενώ τα παιδάκια παίζανε, τα κορίτσια μαζεύανε λουλούδια και φιάχνανε στεφάνια, οι γυναίκες κόβανε τις σαλάτες και στρώνανε τα τραπέζια και οι άντρες ετοιμάζανε το φαγητό.  Από νωρίς στήθηκε το καζάνι για τό βραστό (γίδα), το κοντοσούβλι (χοιρινό) μπήκε στα κάρβουνα, άλλοι ξαφρίζανε με τη σειρά το ζουμί και άλλοι κάνανε βόλτες (για …εισπνοές) γύρω από τη σούβλα.

Ή γίδα βράζει και το κοντοσούβλι ψήνεται

Ηρθανε και τα όργανα.  Να το νταούλι να και το κλαρίνο. Χρόνια είχα να τα ακούσω -από παιδί- τα δύο μαζί  και ο ήχος τους  με συγκίνησε πάρα πολύ. Μόνο το σαντούρι έλειπε και ο ευγενικός του ήχος (όσοι ξέρουν και θυμούνται τα Μεγαλοχωρίτικα πανηγύρια θα καταλάβουν τι εννοώ).

Αρχίσανε τα όργανα

Ο οικοδεσπότης μας  είχε  ανοίξει (μόλις την προηγούμενη μέρα και με τα χέρια του, παρακαλώ) ένα μονοπάτι στην άκρη του κτήματος μέσα στα άγρια. Πήγαμε όλοι μαζί να δούμε το μέρος που θα βάλει τα μελίσσια του.  Μπροστά πήγαινε ο κόσμος τραγουδώντας (βιολογικοί καλλιεργητές, έμποροι και καταναλωτές οργανικών προϊόντων οι περισσότεροι) και πίσω τα όργανα να κρατάνε το ρυθμό.

Γυρνώντας από το "μονοπάτι του μελιού"

Κι αφού βαφτίστηκε το κανούργιο μονοπάτι με γέλια και τραγούδια (να σας αποκαλύψω εδώ ότι υπήρξε μια διαφωνία ως προς το όνομα. Αναρωτιόντουσαν, να το βγάλουν «μονοπάτι του μελιού» αφού οδηγεί στο σημείο που θα εγκατασταθούν τα μελίσσια ή «μονοπάτι των μουρλών»; Αφού μόνο «μουρλός» μπορείς να είσαι για να κάνεις  αυτή τη δουλειά σήμερα. Ή μήπως ο «μουρλός» που σκύβει με σεβασμό μπροστά στη φύση, νιώθει κομμάτι της και δεν την βιάζει ούτε παραβιάζει τον κύκλο της ζωής είναι μάλλον ο «γνωστικός»; Θα δείξει…) γυρίσαμε και στρωθήκαμε στο φαγητό.

Βγήκανε οι πρώτοι μεζέδες από το καζάνι με τη γίδα, αρτήθηκαν με αλάτι χοντρό, ρίγανη και φρεσκοτριμένο πιπέρι, κόπηκαν και κομμάτια από τη σούβλα με το χοιρινό.

Το φαγοπότι άρχισε. Ηρθανε σε λίγο από το φούρνο και τα ταψιά με τη γουρουνοπούλα (αναρωτιέμαι, γίνεται άραγε γλέντι κάτω από τ’ αυλάκι χωρίς πέτσα χοιρινή;  Αν ξέρει κανείς ας μου το πει). Το θέαμα δεν είναι του γούστου μου (είτε μπρούμητα είτε πλαγιαστή στο ταψί  η ψημένη γουρνοπούλα με ανατριχιάζει), ούτε μου επιτρέπεται πλέον (για λόγους υγείας) να  γεύομαι το κρέας της, από τους αναστεναγμούς όμως των υπόλοιπων καλεσμένων κατάλαβα ότι είχε ψηθεί εξαιρετικά. (Κρίνετε μόνοι σας)

Ενα μπούτι μα τι μπούτι

Και αφού φάγαμε και ήπιαμε (τσίπουρα και κρασί βιολογικό) αρχίσανε -πάλι- τα όργανα, ξεκίνησε και ο χορός.

Ενας αητός καθότανε στον ήλιο και λιαζότανε

Δεν έμεινα μέχρι το βράδυ. Το απόγευμα και πριν βγούνε τα γλυκά (ήρθανε μπόλικα, παραδοσιακά και μη) έφυγα από το πανηγύρι. Είμαι άνθρωπος της πόλης (και ακόμα «χειρότερα» της ενημέρωσης και λέω χειρότερα γιατί η τόσο μεγάλη «κατανάλωση» που συμβαίνει και στο πεδίο της ενημέρωσης, κατά τη γνώμη μου δεν ωφελεί, αναρωτιέμαι κιόλας είναι αυτό που ακούμε και βλέπουμε ενημέρωση ή μήπως έχουμε ξεφύγει τελείως;), ήθελα να μάθω τα νέα και τις εξελίξεις μα εκεί πάνω στο βουνό δεν υπήρχε ούτε ραδιόφωνο ούτε τηλεόραση. Όλοι ξέρανε τι τρέχει αλλά κανένας  δεν ήθελε να συζητήσει για πολύ ούτε να χαλάσει αυτή τη μοναδική ιεροτελεστία της άνοιξης. Μήπως είχανε δίκιο; Λίγες μόνο κουβέντες γινόντουσαν από δω κι από κει -ψιθυριστά και σε μικρές παρέες των δύο ή των τριών- και άκουσα -σοφά πράγματα δε λέω- που μ’ευχαριστήσανε  σχετικά με τον τρόπο που οι άνθρωποι αυτοί αντιμετωπίζουν την σημερινή κατάστασή μας και το χάλι μας.

Ευχήθηκα με την καρδιά μου του χρόνου νάμαστε καλά να γιορτάσουμε και πάλι την Πρωτομαγιά στο αμπέλι, να στρώσουμε τα τραπέζια κάτω από τις ελιές, να τραγουδήσουμε  και να χορέψουμε.   

«Φεύγεις πάνω στο καλύτερο», μου είπε η οικοδέσποινα, «ένα διάλλειμα κάναμε, τώρα αρχίζει το γλέντι». Εκείνη την ώρα, ένας φίλος της οικογένειας -Κρητικός- άρχισε να φιάχνει γαμοπίλαφο με το ζουμί της αίγας (η γίδα που λέγαμε ότι έβραζε στο καζάνι). Είχε φέρει μαζί του κι ένα σφαχτό -κατσίκι- που του είχε στείλει ο γιος του -κτηνοτρόφος- από την Κρήτη και ετοιμαζόταν να το κάνει αντικριστό. Θα τρώγανε και θα πίνανε μέχρι αργά το βράδυ, η μέρα ήταν καταπληκτική και η νύχτα ακόμα καλύτερη για γλέντια, έκανε ζέστη είχε και φεγγάρι που θα φώτιζε από ψηλά τον Αργολικό κάμπο. Εφυγα συγκινημένη. Αυτό το -απρόβλεπτο για μένα- πανηγύρι ήταν σα να με είχε διακτινίσει δεκαετίες πίσω στα παιδικά μου χρόνια. Είμαστε φτωχοί τότε (σε σχέση με τα αγαθά που έχουμε σήμερα) αλλά θυμάμαι την -ευρύτερη- οικογένειά μου να οργανώνει τέτοια γλέντια στην εξοχή.

Καλό μήνα, και του χρόνου, παιδιά.





Δείπνο με Άγρια Μανιτάρια

30 05 2009
"Τα Κιούπια", Κολωνάκι

"Τα Κιούπια", Κολωνάκι

 

Καλεσμένοι του Δήμου Γρεβενών και του εστιατορίου «Τα Κιούπια», που βρίσκεται στη γωνία Δεινοκράτους και Αναπήρων Πολέμου  στο Κολωνάκι, το βράδυ της περασμένης Δευτέρας είχαμε  την ευτυχία να δοκιμάσουμε τα εξαιρετικής νοστιμιάς Μαγιάτικα άγρια μανιτάρια των Γρεβενών μαγειρεμένα με αγάπη και πολύ μεράκι από τον Βαγγέλη Κουμπιάδη.

Στα Κιούπια τρως -έτσι κι αλλιώς- πάντα καλά (αν και πάρα πολύ για τις δικές μου αντοχές) όμως αυτή τη φορά το σύνολο ήταν πραγματικά καταπληκτικό.

 

 

 

Η βραδιά ξεκίνησε με μια παρουσίαση Γρεβενιώτικων προϊόντων που ήταν εκτεθιμένα στην είσοδο του καλού εστιατορίου και μια προβολή slides των πιο σημαντικών ειδών μανιταριών, βρώσιμα και δηλητηριώδη. Εντυπωσιάστηκα από τον αριθμό. Στα Γρεβενά έχουν ταυτοποιηθεί 1200 είδη! Είδαμε από κοντά τα άγρια μανιτάρια της εποχής

ένα καλάθι άγρια μανιτάρια από τα Γρεβενά

ένα καλάθι άγρια μανιτάρια από τα Γρεβενά

Από αριστερά προς τα δεξιά, στο καλάθι είναι τοποθετημένα τα αγαρικά, τα πλευρώτους, οι μορχέλες, το μαράσμειο των τριάδων (στο πιάτο δεξιά), στο κέντρο βρίσκονται οι αμανίτες του Καίσαρα, τα βασιλομανίταρα, επάνω αριστερά οι βωλίτες, τα τριχόλαμα και οι κανθαρίσκοι. (Επειδή όμως δεν είμαι και πολύ σίγουρη ότι τα έπιασα σωστά τα ονόματα, παρακαλώ όποιον ξέρει να με διορθώσει)

προϊόντα Γρεβενών

προϊόντα Γρεβενών

Δίπλα στα μανιτάρια οι οργανωτές εκθέσανε βιβλία με μανιτάρια

manitaria Grevenon odigos manitarosylekti  manitarokosmos manitaria syntages

( είδαμε τα βιβλία των μανιταριών του Γιώργου Κωνσταντινίδη καθώς και το βιβλίο με τις συνταγές της Δήμητρας Βέργου – για συνταγές κλπ κάνε κλικ στο μπλογκ της Δήμητρας http://manitarosyntages.blogspot.com/ ) και ωραία Γρεβενιώτικα προϊόντα, όπως τα βραβευμένα τυροκομικά προϊόντα ΒΙΟΠΑΝ, το αλεύρι του Αγίου Αχιλλείου, Γρεβενίτη οίνο από το Κτήμα Ζέρβα, ζυμαρικά, ρύζι και σάλτσες με μανιτάρια αλλά και αποξηραμένες φράουλες, γλυκό κουταλιού και λουκούμια από μανιτάρι,σαπούνι από άγρια τσουκνίδα, και μανιταρομπαχαρικό (σκόνη από αποξηραμένα μανιτάρια που δίνει ένταση και άρωμα στα φαγητά).

αποξηραμένα μανιτάρια και σάλτσες

αποξηραμένα μανιτάρια και σάλτσες

Η συλλογή των προϊόντων που παράγει το εργαστήριο «Μανιταροπροϊόντα Γρεβενών» (η ιστοσελίδα τους είναι υπό κατασκευή: www.tomanitari.gr, αλλά στο τηλέφωνο 24620-80007 μπορεί κανείς να μάθει που θα βρει τα προϊόντα)  είναι απίθανη, τι να πω. Γιατί να αγοράζουμε, λοιπόν, ιταλικά αποξηραμένα πορτσίνι όταν ακόμη και οι Ρωμαίοι Καίσαρες, παρακαλώ, προτιμούσανε τα μανιτάρια Γρεβενών για τη νοστιμιά τους;  Και να πω την αλήθεια όλα τα περίμενα, αλλά ότι υπάρχει και γλυκό κουταλιού με μανιτάρι δεν το φανταζόμουν. Και όμως γίνεται, το δοκιμάσαμε μέσα σε παγωτό και μους σοκολάτας και  το λέω είναι απίθανο.

Και για να μην καθυστερούμε άλλο  σας παρουσιάζω και το μενού, που μπορείτε να απολαύσετε κι εσείς μέχρι και τις 07 Ιουνίου:

Μανιταρόσουπα

Ηταν η νοστιμώτερη που έχω φάει ποτέ στη ζωή μου, δεν θα τη δείτε όμως γιατί η φωτογραφία δεν μου πέτυχε…

Χειροποίητο τυρόψωμο με μπατζο

Χειροποίητο τυρόψωμο με μπατζο

Τυρόψωμα με μπατζο

Ο μπάτζος είναι ένα  τυρί από γίδινο ή πρόβειο γάλα (ή από αιγοπρόβειο) μερικά αποβουτυρωμένο που τυροκομείται παραδοσιακά στην Κεντρική και Δυτική Μακεδονία.  Ο Κουμπιάδης τον έβαλε στα ψωμάκια του που ήταν εξαιρετικά.

Πράσινη σαλάτα με ανεβατό τυρί

Πράσινη σαλάτα με ανεβατό τυρί

Μετά ήρθε μια δροσερή πράσινη σαλάτα με σέσκουλα, δυόσμο, κουκουνάρι, ανεβατό τυρί και χειροποίητα παξιμαδάκια.

Μελιτζανοσαλάτα με μανίτες, γιαούρτι και τυρί

Μελιτζανοσαλάτα με μανίτες, γιαούρτι και τυρί

Μελιτζανοσαλάτα με μανίτες

Ο σερβιτόρος λιάνισε μπροστά μας την καπνισμένη μελιτζάνα και τα ψημένα μανιτάρια και τα ανακάτεψε όπως ήταν καυτά με γιαούρτι και τυρί. Δεν ήθελα τίποτα άλλο. Θα μπορούσα να σταματήσω εδώ το φαγητό, τόση ήταν η απόλαυση. Συνέχισα όμως.

τηγανοχορτόπιτα με μανιτάρια και φέτα Γρεβενών

τηγανοχορτόπιτα με μανιτάρια και φέτα Γρεβενών

Τηγανοχορτόπιτα

Η λεπτή πιτούλα σαν κρέπα με μια γέμιση από άγρια χόρτα, μανιτάρια, άνιθο και φέτα είχε γεύση άριστη.  Στη συνέχεια ήρθαν ταλιατέλες με τρούφα, μανιτάρια και βότανα, που κατά τη γνώμη μου ήταν το πιο αδύναμο -γευστικά- πιάτο της βραδιάς. Το βρήκα κάπως στεγνό και όχι τόσο νόστιμο ή αρωματικό όσο τα υπόλοιπα.

Μπιφτεκάκια - γλειφιτζούρι

Μπιφτεκάκια - γλειφιτζούρι

Γλειφιτζούρια από μοσχάρι

Τα ορεκτικά τελειώσανε με γλειφιτζούρια από μοσχαρίσιο  κιμά, που ήρθαν μαζί με πιτούλες χειροποίητες, ποτισμένες με ζωμό από βότανα,  αρωματική σάλτσα ντομάτας και ψιλοκομμένα αρωματικά χόρτα.

Τα κυρίως πιάτα ήταν τέσσερα

πετεινός κρασάτος με μανίτες και πέτουρα

πετεινός κρασάτος με μανίτες και πέτουρα

Κόκορας κρασάτος

Πρώτος ήρθε ο ορεινός πετεινός με πέτουρα ( χειροποίητο ζυμαρικό) και μανίτες σε κρασάτη σάλτσα αρωματισμένη με δενδρολίβανο. Ενα πιάτο εξαιρετικό ακόμα και για μένα που με τα πουλερικά δεν τα πάω καλά.

Κατσικάκι φρικασέ με μανιτάρια

Κατσικάκι φρικασέ με μανιτάρια

Κατσικάκι φρικασέ

Πεντανόστιμο ήταν και το κατσικάκι φρικασέ με σέσκουλα, σέλινο και μανιτάρια (δε λέω, το φρικασέ είναι αγαπημένο μου φαγητό αλλά τα μανιτάρια του δίνουν άλλη γλύκα)

Η πιατέλα με τα ψητά όταν είχε ήδη αρχίσει  να αδειάζει

Η πιατέλα με τα ψητά όταν είχε ήδη αρχίσει να αδειάζει

Τα ψητά κρέατα ήταν κι αυτά εκλεκτά. Η χοιρινή (τριανταπεντάρα έλεγε στο μενού αλλά δεν κατάλαβα τι θα πει, το πάχος της είναι άραγε που την χαρσκτηρίζει;) μπριζόλα -που υποθέτω ότι ήρθε από την μονάδα βιολογικής παραγωγής χοιρινών Παπαγεωργίου που βρίσκεται στο χωριό Δεσπότης Γρεβενών- ήταν σβησμένη με ούζο και πε-ντα-νό-στι-μη, όμως εξίσου νόστιμο και απαλό στη γεύση ήταν και το μπακλαβά μπιφτέκι γεμισμένο με κασέρι Γρεβενών, μανιτάρια και πράσινο φυστίκι.

Το δείπνο έκλεισε με δύο εκλεκτά γλυκά.

σπιτική μους

σπιτική μους

Η μους είναι από αυθεντική γαλλική συνταγή που έδωσε στον σεφ ένα βράδυ μια περαστική πελάτισσα, Γαλλίδα γιατρός. Ετσι την έφιαχνε η μαμά της, μου είπε ο Κουμπιάδης.

παγωτό κρέμα με μανιτάρια

παγωτό κρέμα με μανιτάρια

Καλή η μους, αλλά η αποκάλυψη της βραδιάς για μένα τουλάχιστον, ήταν το παγωτό. Μια απλή πλούσια κρέμα από αγνό γάλα με κομματάκια γλυκό κουταλιού μανιτάρι που ήρθε πασπαλισμένο με λεπτοτριμμένο αμύγδαλο πάνω σε ένα μαξιλαράκι από ρόδινο ζελέ.

Να μην το ξεχάσω. ‘Οση ώρα τρώγαμε μας γέμιζαν το ποτήρι με ένα ωραίο κοκκινο κρασί από το Κτήμα Ζέρβα. Ηταν η καλύτερη επιλογή για το φαγητό, γιατί πώς να το κάνουμε, η αρμονία φαγητού και κρασιού έχει άμεση σχέση με το τερουάρ (συνδυασμός εδάφους, κλίματος, τοπογραφίας, ποικιλίας αμπέλου και ανθρώπινων παρεμβάσεων). Όλα τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν, άλλωστε, για τα πιάτα αυτού του δείπνου ήρθαν από την ίδια περιοχή, δηλαδή τα μανιτάρια, τα χορταρικά αλλά και τα χορταράκια που τρώνε τα ζωντανά άρα και το κρέας και τα γαλακτοκομικά φέρουν τα αρώματα της ίδιας γης.

Να πω και κάτι ακόμη. Στην εκδήλωση γνωρίσαμε ενθουσιώδεις Γρεβενιώτες, γιατί να μην είναι άλλωστε; Εχουν τον ενθουσιασμό τον ανθρώπων που κάνουν καλά τη δουλειά τους και πάνε μπροστά. Μαζί τους ήταν και ο δήμαρχος της πόλης Γιώργος Νούτσος, ενθουσιώδης κι αυτός γιατί κατάλαβε ότι το μανιτάρι μπορεί να γίνει το όχημα που θα τραβήξει ολόκληρη την περιοχή, στηρίζει λοιπόν κάθε προσπάθεια που  ενισχύει το μύθο της πόλης του: Γιατί τα Γρεβενά είναι αναμφίβολα η πόλη του μανιταριού. Στα Κιούπια συναντησα και τον Γιάννη Κουτσομύτη, το γιο του Μακεδόνα φίλου μου Κώστα Κουτσομύτη, που είχα χρόνια να δω και με την ευκαιρία έμαθα ότι γυρίζει ένα σχετικό ντοκυμαντέρ.  Εκείνο το βράδυ γνώρισα και τον «Αυλάρχη» όπως έμαθα ότι φωνάζουν οι φίλοι του τον Θεόδωρο Καραγιάννη, ιδιοκτήτη της παραδοσιακής ταβέρνας «Αυλαίς» -αυτό ήταν το όνομα μιας αρχαίας πολης στην ευρύτερη περιοχή των Γρεβενών- που ειδικεύεται στις συνταγές με άγρια μανιτάρια. (www.aulais.gr)

Τι μου μένει τώρα να κάνω; Μα ένα ταξίδι στα Γρεβενά για να δοκιμάσω από κοντά τις λιχουδιές της περιοχής. (Στα Γρεβενά διοργανώνεται  και  το φεστιβάλ μανιταριού από  22-24 Αυγούστου, που συγκεντρώνει πολλούς Ελληνες και ξένους μανιταρόφιλους και μανιταροσυλλέκτες)





Φεστιβάλ ‘Αγριων Μανιταριών

24 05 2009
΄Αγρια μανιτάρια από τα Γρεβενά

΄Αγρια μανιτάρια από τα Γρεβενά

Σας αρέσουν τα μανιτάρια;

Αν ναι, κάντε κλικ στο μπλογκ «Ανθρωποι του Κόσμου» :

www.kikitriantafylli.wordpress.com





Το Τραγούδι της Ιριδας – Μήδεια2

15 10 2008

Δυο υπέροχες παραστάσεις είχα την ευκαιρία να δω το Σαββατοκύριακο χάρη στην επιμονή της φίλης μου της Χαρούλας, που είχε φροντίσει από καιρό για τα εισητήρια κα ομολογώ ότι της είμαι ευγνώμων.

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΙΡΙΔΑΣ

Το Σάββατο ( 11/10) στο Θέατρο του Κολλεγίου Αθηνών στο Ψυχικό παρακολουθήσαμε το «Τραγούδι της Ιριδας». Μόλις δύο παραστάσεις δόθηκαν οπότε δεν μπορώ να σου πω πήγαινε να το δεις. Κράτησε όμως ένα όνομα, Ρένα Κωνσταντάκη λένε τη δημιουργό, και αν ακούσεις ότι ανεβάζει κάτι κάπου μην το χάσεις.

Το «Τραγούδι της Ιριδας» είναι μια παράσταση butoh βασισμένη σε μύθους και αρχέτυπα. Μία εικαστική performance με υλικό το φως, τη μουσική, την κίνηση. Σε μία γυάλινη σκηνή (εξαιρετικό το σκηνικό του Όμηρου Κοσμίδη) δημιουργείται ένας απέραντος χώρος μέσα στο νερό, ένα τοπίο χωρίς όρια γεμάτο αντικατοπτρισμούς που οδηγούν στο άπειρο. Στιγμές ονείρου ανασύρουν απο τη μνήμη και το υποσυνείδητο γνώσεις που σχετίζονται με το γρίφο της ύπαρξης, κύκλοι ανοίγουν και κλείνουν συνεχώς σε ένα αιώνιο ταξίδι. Τα απέριττα κοστούμια (της Μαριάννας Νικολάου), το ιδανικό μακιγιαζ (The BodyShop) τα εντυπωσιακά (gothic) χτενίσματα (του Βαγγέλη Χατζή), η υποβλητική μουσική του Γιώργου Μπουντουβή και (τον άφησα για τέλος) o υπέροχος φωτισμός (του Λευτέρη Πουλόπουλου) –τα παιχνίδια του φωτός δημιουργούσαν ονειρικά τοπία αποδίδοντας με τον καλύτερο τρόπο τη βαθύτερη ουσία του έργου- υποστήριξαν εξαιρετικά αυτή τη μοναδική παράσταση.

Τι είναι το butoh; Ενα είδος τέχνης που σόκαρε τη γιαπωνέζικη κοινωνία στα τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν πρωτοεμφανίστηκε. Ο δημιουργός του, Tatsumi Hijikata χρησιμοποίησε το σώμα σαν γλυπτό, του έδωσε νέες φιλοσοφικές διαστάσεις κι επηρέασε άλλες τέχνες – όπως το θέατρο και τη λογοτεχνία- που συνεισφέρουν στο χορό. Σήμερα, μισό αιώνα αργότερα, το butoh δεν προκαλεί πια τις ίδιες αντιδράσεις. Είναι μια καθιερωμένη μορφή χορού που δημιούργησε σχολή και βγήκε προς τον υπόλοιπο κόσμο.

Η (ψυχοθεραπεύτρια με σπουδές χορού) Ρένα Κωσταντάκη  υπογράφει τη σύλληψη και το σενάριο στο «Tραγούδι της Ίριδας» ενώ έχει κάνει επίσης  τη χορογραφία μαζί με τη Yumiko Yoshioka, ένα πολύ μεγάλο όνομα του  butoh. Η Yoshioka γεννήθηκε στο Τόκυο και ζει στη Γερμανία.  Ιδρυτικό μέλος και καλλιτεχνική διευθύντρια της ομάδας TEN PEN Chii art labor,  παρουσίασε πριν από 30 χρόνια -για πρώτη φορά στην Ευρώπη-  μια παράσταση butoh στο Παρίσι («Le dernier Eden»)  και έκτοτε ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο ως εκπαιδεύτρια, χορογράφος και χορεύτρια.

Αρχή έγινε με το τραγούδι της Ματίνας Μιχαηλίδου που έδωσε μια έντονη αίσθηση ελληνικότητας στην παράσταση. Ενδιαφέρον άλλωστε είναι το γεγονός ότι η δημιουργός κατάφερε να συνδυάσει με τόση αρμονία  ελληνικά και γιαπωνέζικα στοιχεία. Ξαναζώ  την παράσταση νοερά. Η Yumiko Yoshioka και η Εύη Τζώρτζη κινούνται σαν αερικά, η κίνηση και οι εκφράσεις τους ενεργοποιούν τη φαντασία μας. Η Yumiko είναι σα να αιωρείται, η Εύη είναι πιο γήινη. Στιγμές στιγμές η κραυγή της Yumiko που δεν βγαίνει από το στόμα της αποτυπώνεται, όμως στην έκφρασή της, με τρομάζει, η φιγούρα της Εύης είναι πιο καθησυχαστική, κατάφερε άλλωστε να βγει από το κουκούλι που την περιόριζε. Η λευκή φιγούρα είναι άραγε ένα νεκρό κομμάτι εαυτού που ζωντανεύει;  Οι δύο μορφές είναι δυο πλευρές της ίδιας προσωπικότητας σε έναν εσωτερικό διάλογο; Είναι δυο αδελφές  συγχωνευμένες; Τι σημασία έχει; Στη διάρκεια της παράστασης ο  θεατής είχε όλη την ελευθερία  να ανασύρει τις δικές του προσωπικές εικόνες από τα κατάβαθα της μνήμης του.

ΜΗΔΕΙΑ2
Για τη Μήδεια2 δεν θα σου πω πολλά. Τι να πω για μια τόσο άρτια παράσταση, γνώστης άλλωστε δεν είμαι, μόνο για τα συναισθήματα που μου γέννησε μπορώ να σου μιλήσω και να σε προτρέψω να μην τη χάσεις. Χάρηκα που την είδα και χάρηκα διπλά γιατί την είδα αμέσως μετά το «Τραγούδι της Ιριδας». Ετσι παρατήρησα αμέσως τα κοινά στοιχεία των δύο παραστάσεων, τις επιρροές από τους Γιαπωνέζους και το butoh, τη χρήση του νερού, το λιτό σκηνικό, τα υπέροχα κοστούμια.

Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης που κυνηγάει την τελειότητα, το εμπεδώσαμε αυτό. Δυστυχώς είχα χάσει την πρώτη παράσταση της Μήδειας με την «Ομάδα Εδάφους» που τον έβγαλε στο μεγάλο κοινό το 1993. Τότε ήταν πράγματι πρωτοπορία, χόρευε και ο ίδιος στο ρόλο του Ιάσωνα με Μήδεια την Αγγελική Στελλάτου.  Γιατί όμως ο Παπαϊωάννου διάλεξε να κάνει ξανά τη «Μήδεια», 15 χρόνια μετά; Αντιγράφω το απόσπασμα από μια συνέντευξή του στην εφημερίδα του Φεστιβάλ Αθηνών «ε.φ.» (στην Ευγενία Τζιρτζιλάκη): «Δύο είναι οι βασικοί λόγοι», εξηγεί ο χορογράφος: «Ο ένας, ότι θέλω να τη δω επιτέλους και να τη δουλέψω, για πρώτη φορά μη χορεύοντάς την. Είναι μια παράσταση που για κάποιο λόγο μου βγήκε -δεν έχω πάνω από δύο ή τρεις τέτοιες στιγμές- και με τα καινούργια μου μάτια, όντας απ’ έξω, θέλω αυτό το αρχιτεκτόνημα που πέτυχε να το ξανακοιτάξω και να το λειτουργήσω. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι θέλω να αναβάλω την επόμενη δουλειά μου μετά το «2», αλλά δεν μπορώ και να μη δουλεύω. Αισθάνομαι ότι ξαναδουλεύοντας τη «Μήδεια» κατά κάποιον τρόπο επιμελούμαι εγώ της συστατικής μου επιστολής απέναντι στον κόσμο(…) Κυρίως, όμως, γουστάρω να την ξαναδουλέψω, να παίξω μαζί της».

Παίρνει τις αποστάσεις του λοιπόν, και αφηγείται επι σκηνής μια ιστορία έρωτα, που από την πρώτη στιγμή δεν υπόσχεται παρά τον εφιάλτη της ζήλιας, της προδοσίας και της απόγνωσης. Οι ήρωες κινούνται πάνω σε τραπέζια και σε καρέκλες που βρίσκονται μέσα στο νερό, για να μας θυμίζουν σε πρώτο επίπεδο την Αργοναυτική Εκστρατεία και σε δεύτερο την καθαρτήρια δύναμή του.

Υπέροχη Μήδεια  είναι τώρα η αέρινη Ευαγγελία Ράντου και Ιάσονας ο Γιάννης Νικολαΐδης με κάτι από κόμιξ και Κόρτο Μαλτέζε μαζί (μου θύμισε απόμακρα και τον γεμάτο έπαρση Ιάσονα –ο Πάνος Ορκόπουλος ήτανε; θα σε γελάσω- από τη Μήδεια του Μποστ με τη Λήδα Πρωτοψάλτη). Τι να πρωτοθυμηθώ; Από το σωρό των εντυπώσεων θα διαλέξω το εκπληκτικό φόρεμα της Μήδειας που μεταμορφώνεται σε κουκούλι, ασπίδα και κοχύλι, τη μοναδική ερμηνεία του Αρη Σερβετάλη (είναι ο σκύλος με την τραχειά κραυγή που κλαίει και βρυχάται, το κακό, η σκοτεινή πλευρά της ντελικάτης Μήδειας), τον Ηλιο – παπού της Μήδειας και αρχέτυπο του άνδρα, τους κόθορνους – καράβια του Ιάσονα που με αυτά περνάει από τη μια ήπειρο-τραπέζι στην άλλη, τους Αργοναύτες-ναύτες του Τσαρούχη,  τη συγκλονιστική σκηνή του έρωτα, τόσο αποστασιοποιημένη και ταυτόχρονα τόσο φλογερή, το μουσικό κολάζ με τις άριες του Μπελίνι.

Φορτωμένοι με υπέροχες εικόνες και το συναίσθημα να ξεχειλίζει, πήγαμε στη συνέχεια για φαγητό δίπλα, στο Pasaji (το πατσατζίδικο, που λέει και ο Ηλίας, μέσα στη στοά Σπυρομήλιου). Απογοητεύτηκα. Ασήμαντο το φαγητό και ακριβό. Ευτυχώς η ευδαιμονία από την παράσταση ήταν μεγάλη και μπόρεσε να καλύψει την απογοήτευση.