Μεγάλο Χωριό – Τα μαγειρέματα του χωριού μας

9 08 2010

Μεγάλο Χωριό Ευρυτανίας, Ιστορικό & Λαογραφικό Μουσείο

Την Κυριακή 8 Αυγούστου 2008, χθες το πρωί, δηλαδή, έγιναν στο Μεγάλο Χωριό Ευρυτανίας τα εγκαίνια του ανακαινισμένου μουσείου μας. Λαογραφικό μέχρι πρότινος, είναι πλέον ιστορικό και λαογραφικό μουσείο, για το οποίο είμαστε όλοι υπερήφανοι.  Για το μουσείο αυτό βέβαια θα επανέλθω και θα σας το παρουσιάσω μόλις έχω καινούργιες φωτογραφίες.

Το κείμενο που ακολουθεί έχει να κάνει με τη διατροφή αφού στη διάρκεια της εκδήλωσης παρουσιάσαμε τη νέα έκδοση του συνδέσμου μας.

Είναι ένα μικρό βιβλίο με τοπικές συνταγές που μαγειρεύουν εδώ και χρόνια στα μεγαλοχωρίτικα σπίτια.

 «Καλημέρα σας και καλωσορίσατε.

Πριν σας πω οτιδήποτε άλλο θα ήθελα κι εγώ με τη σειρά μου να ευχαριστήσω όλους εσάς που είσαστε εδώ σήμερα στα εγκαίνια του ανακαινισμένου Μουσείου μας. Kαι βέβαια να ευχαριστήσω από το βάθος της καρδιάς μου πρώτα από όλα τους δωρητές και όλους εκείνους που εδώ και χρόνια δούλεψαν και συνερχίζουν να δουλεύουν με αφοσίωση για να γίνει το μουσείο μας πραγματικά μοναδικό.

Προσωπικά είμαι πάρα πολύ συγκινημένη γιατί κατορθώσαμε να έχουμε στο χωριό μας ένα τέτοιο απόκτημα που ανήκει σε όλους εμάς, που μας ενώνει και που συνδέει με έναν άλλο, τόσο ιδιαίτερο τρόπο τις μεγαλοχωρίτικες οικογένειες μεταξύ τους.

Μέσα σ’αυτό το χώρο τιμάμε με τον καλύτερο τρόπο τους προγόνους μας αφού εδώ βρίσκονται πολύτιμα αντικείμενα που εκείνοι μας άφησαν κληρονομιά και μέσω αυτών θα ζουν για πάντα , θα ζωντανεύουν εδώ μέσα και οι ίδιοι.

Σκεφτόμουν καθώς κοίταζα τις προθήκες ότι καλύτερη θέση για να αναδειχθούν τα οικογενειακά μας κειμήλια δεν θα μπορούσε να βρεθεί. Αλλά και τι τιμή για το μουσείο μας και τον τόπο μας όταν επισκέπτες από άλλα μέρη διαλέγουν αυτόν ακριβώς το χώρο για να δωρίσουν δικά τους κειμήλια και συλλογές!

Με τα εκθέματά του, λοιπόν, και με τον τρόπο που αυτά έχουν αναδειχθεί σήμερα, το μουσείο   ιστορικό και λαογραφικό πλέον θα κάνει το χωριό μας πόλο έλξης και για μια άλλη πολύ σημαντική μερίδα επισκεπτών. Το πιστεύω ακράδαντα αυτό. Είναι εκείνοι οι επισκέπτες που εκτός από τον καθαρό αέρα, την υπέροχη φύση και τις αθλητικές δραστηριότητες που μπορούν να απολαύσουν στην περιοχή, θα έρχονται για να γνωρίσουν καλύτερα τον τόπο μας, μέσα από την ιστορική και λαογραφική παράδοσή του.  

Είναι λοιπόν χρέος όλων μας να στηρίξουμε, να διαφυλάξουμε και να εμπλουτίσουμε τις δραστηριότητες του μουσείου μας και του συνδέσμου μας με κάθε δυνατό τρόπο. Το ξέρετε καλά, πώς ό,τι δίνουμε το παίρνουμε πίσω πολλαπλά άρα και ό,τι προσφέρουμε στο μουσείο μας, θα επιστραφεί σ’αυτόν τον τόπο στο πολλαπλάσιο.

Ενα ακόμη μεγάλο ευχαριστώ θα ήθελα να εκφράσω στους συγγραφείς αυτού του βιβλίου, που είναι οι μαγείρισσες και οι μάγειροι που μας εμπιστεύτηκαν τις οικογενειακές συνταγές τους.  

Η διατροφή μας είναι μέρος της κληρονομιάς μας και της παράδοσής μας και μάλιστα από τις πιο βασικές αφού εκεί στηρίζεται κυρίως η μακροβιότητά μας και η καλή μας υγεία. Είμαστε αυτό που τρώμε λένε. Απλά το φαγητό είναι εφήμερο, το μαγειρεύεις, το τρως και πάει τελείωσε. Δεν μπορείς να το φυλάξεις κάπου για να το βλέπεις. Οι γεύσεις, όμως, καταγράφονται στη μνήμη μας,  οι ουσίες στο κύτταρό μας και οι συνταγές στα τετράδιά μας.

Οταν άρχισαν οι κουβέντες για τη δημιουργία αυτού του βιβλίου, επιδίωξή μας ήταν η γραπτή καταγραφή, η ανάδειξη και η διάδοση της γαστρονομικής μας κληρονομιάς και παράδοσης.

Οι συνταγές παλιότερα πηγαίνανε από μάνα σε κόρη και από στόμα σε στόμα, υπήρχαν ελάχιστα τετράδια και γραπτές μαρτυρίες, αφού τα συνταγολόγια ήταν μια μάλλον αστική συνήθεια. Ο καιρός όμως πέρασε και οι νεώτερες γενιές έχουν μάθει πια να λειτουργούν με οδηγίες χρήσεως. Πιστεύουμε λοιπόν ότι ένα τέτοιο βιβλίο μαγειρικής δίπλα σε όλα τα άλλα τα σύγχρονα εκτός από το ότι θα συνδέει τα παιδιά μας με το παρελθόν, θα τους φανεί και χρήσιμο.

Οι συνταγές που παραθέτουμε στις σελίδες αυτού του μικρού βιβλίου, μας  αποκαλύπτουν ότι οι πρόγονοί μας ακολουθούσαν έναν απλό και υγιεινό τρόπο διατροφής. Να σας εξομολογηθώ βέβαια, ότι καθώς μαζεύαμε τις συνταγές με τη Μαίρη Καλλιάνη –πρόεδρο του συνδέσμου μας- μου φάνηκαν πολλά τα φαγητά με κρέατα και βούτυρα, πράγμα που με απασχόλησε πολύ.

Θυμήθηκα τότε ότι σε όλα τα σπίτια -τουλάχιστον μέχρι και την εποχή των γιαγιάδων μας-  ακολουθούσαν αυστηρά τους κανόνες της νηστείας έτσι όπως τους έχει ορίσει η ορθόδοξη εκκλησία. Αργότερα, η αυστηρότητα στην κουζίνα υποχώρησε μπροστά στην ευκολία και εμείς σήμερα για να μη μιλήσω για τα παιδιά μας ούτε που θυμόμαστε πια τι και πότε μπορούμε να το τρώμε.

Κρίναμε, λοιπόν, σκόπιμο εκτός από τις συνταγές να παραθέσουμε και ένα πίνακα με τους κανόνες της νηστείας αφού αυτή τη συγκεκριμμένη μαγειρική δεν μπορεί να τη δει κανείς ανεξάρτητα από τις νηστείες οι οποίες πέρα από τη θρησκευτικότητα στην ουσία καθόριζαν έναν υγιεινό τρόπο διατροφής.  

Σήμερα στα περισσότερα σπίτια, τρώμε ασυλλόγιστα, κρέατα, βούτυρα και γλυκά σα να είναι κάθε μέρα γιορτή (πράγμα βεβαίως πιο εύκολο και σε πολλές περιπτώσεις πιο φτηνό θα έλεγα) και έχουμε ξεχάσει τα φρούτα, τις σαλάτες και τα όσπρια, οι επιπτώσεις όμως αυτής της διατροφής δεν αργούν να φανούν στην υγεία μας.

Παλιά, τα ψητά, τα κοντοσούβλια, τα κοκορέτσια, οι γαρδούμπες και το χοιρινό λίπος  τρωγόντουσαν περιστασιακά και μόνο σε ορισμένες περιόδους του χρόνου (εορτές Χριστουγέννων, Απόκριες, Πάσχα κλπ). Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι οι πρόγονοί μας  χρειαζόντουσαν πολύ περισσότερη ενέργεια και θερμίδες από ότι ο σύγχρονος άνθρωπος αφού οι δουλειές  τους ήταν χειρωνακτικές, περπάταγαν όλη την ημέρα στα βουνά και το χειμώνα χρειαζόντουσαν λιπαρά, κρασάκι και τσίπουρο για να ζεσταθούν.

Στο βιβλίο του «Κρητική Παραδοσιακή Κουζίνα» ο Νίκος Ψιλλάκης, συναδέλφος από το Ηράκλειο της Κρήτης που ασχολείται συστηματικά εδώ και χρόνια με την Κρητική διατροφή, γράφει ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1960 οι Κρήτες αγρότες  περπατούσαν κατά μέσο όρο 13 χιλιόμετρα την ημέρα ενώ το 70% των σημερινών Κρητών αγροτών περπατά λιγότερο από δύο χιλιόμετρα την ημέρα. Κάτι ανάλογο μπορούμε να υποθέσουμε ότι ισχύει και στα δικά μας μέρη.

Η Κρητική διατροφή, ειδικά, η οποία σε σχέση με τη δική μας τη Ρουμελιώτικη έχει περισσότερο λάδι -αντί για βούτυρο- και μεγαλύτερη ποικιλία από χόρτα θαρρώ, θεωρείται παγκοσμίως πλέον η πιο υγιεινή διατροφή.  Για να είμαστε υγιείς και για να ζούμε περισσότερα χρόνια καλά οι ειδικοί –εκτός από την άσκηση και τις πλούσιες ανθρώπινες σχέσεις που είναι απολύτως απαραίτητα όπωςε λέγαμε μια άλλη φορά- μας προτείνουν  την επιστροφή στην παραδοσιακή δίαιτα  με έμφαση στην περιορισμένη ποσότητα και συχνότητα χρήσης κρέατος και λοιπών ζωϊκών προϊόντων.

Αντίθετα τα δημητριακά (ψωμί και παξιμάδι από αλεύρι ολικής αλέσεως, πολύσπορα καθώς και από κριθάρι και σίκαλη), τα όσπρια, τα λαχανικά, τα φρούτα και το ελαιόλαδο πρέπει να αποτελούν περισσότερο από το 85% του καθημερινού μας διαιτολογίου.

Ξεχάστε, λοιπόν, τα σπορέλαια, τις μαργαρίνες, τις φυτίνες, και τα βούτυρα, μαγειρέψτε μόνο με ελαιόλαδο. Ακόμα και τα γλυκά αποκτούν ενδιαφέρουσα γεύση με ελαιόλαδο αντί για βούτυρο. Οι μεγάλοι σεφ το προτιμούν πλέον γιατί όλα τα άλλα λιπαρά αποδείχτηκε ότι σε βάθος χρόνου είναι επικίνδυνα για την υγεία.  Σε ένα συνέδριο, μάλιστα, άκουσα τον Αντώνη Καφάτο, καθηγητή προληπτικής ιατρικής και διατροφής στο πανεπιστήμιο της Κρήτης, να λέει ότι η σύνθεση του λαδιού σε λιπαρά οξέα είναι παρόμοια με εκείνη του μητρικού γάλακτος.  Επιπλέον, το ελαιόλαδο περιέχει πολύτιμες ουσίες που προφυλάσσουν τον οργανισμό από πολλές σοβαρές ασθένειες.

Για να θυμηθούμε όμως τι προτείνει η Ρουμελιώτικη κουζίνα.

Τι και πώς τρώγανε οι παλιοί;

Θυμάμαι τη γιαγιά μου, χειμώνα καλοκαίρι να ανάβει φωτιά από τις πέντε το πρωί. Μετά άρχιζε να καθαρίζει και να μαγειρεύει. Το φαγητό σιγοψηνόταν στο τσουκάλι ή στη γάστρα, ενώ εκείνη πεταγόταν μέχρι το κοτέτσι για να ταϊσει τις κότες και να μαζέψει τ’αυγά, πέρναγε και από τον κήπο για να ποτίσει. Και γύριζε πίσω με την ποδιά γεμάτη κολοκυθάκια, λουλούδια και κορφάδες, ντομάτες, μαϊντανό, μαγκίπες και φασολάκια. Κάπως έτσι μαγειρεύει για τους πελάτες της η κυρά Λένη στο Νόστιμο, η τελευταία παραδοσιακή επαγγελματίας μαγείρισσα της περιοχής μας που είχα την τύχη να παρουσιάσω παλιότερα στο περιοδικό που δουλεύω. 

 «Τι τρώγατε παλιά;» την είχα ρωτήσει.

«Κρέας» μου είπε «δεν τρώγαμε συχνά. Πίτες φιάχναμε και όσπρια. Είχαμε και πολύ τουρσί που το ετοιμάζαμε το φθινόπωρο. Σπέρναμε στάρια, καλαμπόκια, φασόλια, φακές, ρεβύθια, πατάτες. Το χειμώνα βάζαμε στρέματα με λάχανα και πράσα. Τα σκεπάζαμε με ξερά κλαδιά για να μην τα κάψει το χιόνι. Φιαχναμε συχνά λαχανόρυζο και πρασόρυζο. Το πρωί τρώγαμε ένα πιάτο τραχανά ή ένα κομμάτι κατσαμάκι και αυτό μας κράταγε χορτάτους μέχρι το βράδυ που γυρίζαμε από τα χωράφια.

Το κατσαμάκι που το λένε και μαμαλίγκα στο χωριό μας

 (είναι η διάσημη πολέντα των Ιταλών, την έχουν περί πολλού σε όλα τα ιταλικά σπίτια και στα εστιατόρια φυσικά ενώ εμείς δεν ξέρουμε καλά καλά τι είναι)

ΝΑ ΑΥΤΗ π.χ. ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΥΝΤΑΓΗ ΠΟΥ ΠΑΡΑΛΕΙΨΑΜΕ και περιμένω τώρα κάποια από σας να μας τη φέρει για να την προσθέσουμε στο βιβλίο μας όταν θα ετοιμάσουμε την επόμενη έκδοση που θέλουμε να την εμπλουτίσουμε με όλα όσα εντωμεταξεί θα θυμηθείτε και θα καταγράψετε. Γιατί είμαστε σίγουροι ότι υπάρχουν κι άλλα φαγητά και συνήθειες που έχουν μείνει απέξω και πρέπει όλα αυτά τα ξεχασμένα να τα μαζέψουμε.

Κάπου κάπου, λοιπόν, οι παλιοί σφάζανε μια κατσίκα ή ένα αρνί αλλά είχανε και το κυνήγι. Παλιά περνάγανε κοπάδια από κιριαρίνες. Ξέρανε το πέρασμά τους, στήνανε αγκίστρια και το βράδυ μαζεύανε καμμιά πενηνταριά πουλιά. Είχανε και ψάρια, πέστροφες από το ποτάμι. Το χειμώνα το γάλα και το βούτυρο ήτανε άφθονο και τα Χριστούγεννα σφάζανε το γουρούνι που έδινε πολλά μαγειρέματα.

Τα χοιροσφάγια, από την αρχαιότητα ακόμα, ήταν μια από τις πιο σημαντικές τελετές της χρονιάς όχι μόνο στην περιοχή μας, αλλά σχεδόν σε όλες τις χώρες της Μεσογείου και της Ευρώπης. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια κυκλοφόρησε ένα ενδιαφέρον βιβλίο στο οποίο ο Μυκονιάτης μελετητής Δημήτρης Ρουσουνέλος έχει καταγράψει όλα τα έθιμα τα σχετικά με τα χοιροσφάγια που ακόμα διατηρούνται στο νησί του.  Γιατί, το χειμώνα η τόσο τουριστική Μύκονος -όσο κι αν μας φαίνεται παράξενο – όταν περνάει η τρέλλα του καλοκαιριού μετατρέπεται και πάλι σε ένα κυκλαδίτικο νησί που διατηρεί με αυστηρότητα τις παραδόσεις του.

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στο ωραίο μας χωριό. Το καλοκαίρι, ιδιαίτερα προς το τέλος του, η διατροφή είχε πολύ μεγαλύτερη ποικιλία. Οι κήποι γέμιζαν με φρούτα και λαχανικά. (Είχανε κεράσια, μήλα, αχλάδια, μούρα, βατόμουρα, σύκα, κράνια, σταφύλια, κάστανα, καρύδια και κυδώνια.) Και το φθινόπωρο συναγωνιζόντουσαν ποιος θα κάνει το πιο ωραίο νταβάνι. Στο καλό δωμάτιο εκεί που δεν άναβε φωτιά, κρεμάγανε ψηλά μια σειρά από σταφύλια -σκλοπνίχτια τα λέγανε, ήταν αυτά που κρατάγανε περισσότερο- και μετά σειρές από μήλα, κυδώνια και ρόδια.  Και όταν ερχόταν επισκέπτης έκοβαν ένα φρούτο και τον φιλεύανε.

Ο καφές ήταν σπάνιο είδος και όταν υπήρχε, τον έπιναν το απόγευμα οι γεροντότεροι. Εβαζαν μερικούς σπόρους στην ψήστρα και τη γύριζαν στη φωτιά μέχρι να ψηθούν, μετά τους άλεθαν και έβραζαν τον καφέ στο μπρίκι μέσα στην καφτή στάχτη. Συνήθως όμως αντί για καφέ έπιναν ρεβύθι και κριθάρι. ΄Ελειπε επίσης το λάδι, όλα τα φαγητά τα μαγείρευαν με βούτυρο (κατσικίσιο ή χοιρινό), η γεύση του όμως δεν ταίριαζε πάντα.

Ελειπε και το μαύρο πιπέρι, που ήταν πολύ ακριβό μπαχαρικό. Αντί γιαυτό χρησιμοποιούσαν αποξηραμένη και τριμένη κόκκινη πιπεριά (το λεγόμενο μπούκοβο) που εκτός από την ιδιαίτερη γεύση έδινε και κόκκινο χρώμα στο φαγητό το χειμώνα όταν δεν υπήρχε ντομάτα. Μεγαλύτερη όμως -το έχω ακούσει από πολύ κόσμο αυτό- ήταν η έλειψη της ζάχαρης, ειδικά το χειμώνα που δεν υπήρχαν φρούτα.

Θα ήθελα όμως επίσης να επισημάνω ότι η κουζίνα του χωριού μας δεν ήταν καθαρά αγροτική. Είχε δεχτεί επιροές και είχε ενσωματώσει από νωρίς αστικά στοιχεία κυρίως εξ αιτίας της μετακίνησης των συγχωριανών μας από και προς την Κωνσταντινούπολη όπως μαρτυρούν τα πολίτικα τετράδια συνταγών που έφτασαν στα χέρια μας.

Τελευταία αναφορά θα κάνω στο κρασί, το τσίπουρο και τα λικέρ, όλα πάντα σπιτικά φυσικά. Στο βιβλίο μας, λοιπόν, θα βρείτε ακόμη και συνταγές για να φιάξετε εξαιρετικά σπιτικά λικεράκια από τον αλχημιστή γιατρό μας Μπάμπη Ντούμα.

Τη διατροφή των προγόνων μας την έθεσα υπ’όψη της κυρίας Εμμανουέλας Μαγριπλή, που είναι μια νέα επιστήμων, διαιτολόγος – διατροφολόγος. Δεν θέλω να σας κουράσω άλλο γιαυτό και θα σας πω περιληπτικά την απάντησή της. Ως ειδικός, λοιπόν, επεσήμανε ότι :

«Με μια πρώτη ματιά, το διαιτολόγιο αυτό μπορεί να φαίνεται πολύ βαρύ και πλούσιο, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι. Το φαγητό που μαγείρευε η παραδοσιακή ρουμελιώτισα νοικοκυρά:

  • ήταν πιο ελαφρύ και πολύ πιο υγιεινό από αυτό που τρώμε σήμερα στις πόλεις, κυρίως γιατί γινόταν με αγνά υλικά, φρέσκα λαχανικά από τους κήπους, χωρίς συντηρητικά ή φυτοφάρμακα και κρέατα χωρίς ορμόνες και αντιβιοτικά που προσθέτουν σήμερα στα εκτροφεία
  • ο κρόκος των αυγών περιείχε λιγότερη χοληστερόλη γιατί οι κότες ελευθέρας βοσκής τρέφονταν με καλαμπόκι και τσιμπολογούσαν χορταράκια στους κήπους
  • Τα φαγητά παρασκευαζόντουσαν λίγο πριν φαγωθούν και με σωστό τρόπο δηλαδή έβραζαν αργά και σταθερά σε χαμηλή φωτιά οπότε διατηρούσαν όλα τα θρεπτικά στοιχεία και τις βιταμίνες τους.
  • Οι άνθρωποι έτρωγαν σπάνια κόκκινο κρέας και παρόλο ότι ζούσαν στα βουνά έβρισκαν ακόμα και ψάρι
  • Ειδικά το καλοκαίρι η διατροφή ήταν ελαφριά και ιδανική για τις ζεστές ημέρες αφού ήταν πλούσια σε φρούτα και λαχανικά.
  • Οι χορτόπιτες, που έτρωγαν συχνά είναι πλούσιες σε αντιοξειδωτικά στοιχεία γιατί περιέχουν μια ποικιλία από λαχανικά, πράσα, σπανάκι, λάπατα και αρωματικά.
  • Τα σπιτικά γλυκά του κουταλιού είναι πιο θρεπτικά και πιο υγιεινά από τα τυποιημένα γλυκά των πόλεων τα οποία περιέχουν συντηρητικά βλαβερά για την υγεία ειδικά όταν καταναλώνονται συχνά. 
  • Ο καφές από ρεβυθόζουμο ή κριθαρόζουμο ήταν μια από τις πιο υγιεινές συνήθειες, που σήμερα δυστυχώς ακολουθούν μόνο όσοι κάνουν ομοιοπαθητική
  • Και τέλος, αν και μπορεί να ακούγεται ακραίο, ο τραχανάς, η ζυμαρόπιτα και το κατσαμάκι που έτρωγαν κάποτε για πρωϊνό είναι ότι καλύτερο μπορεί να φάει κάποιος ακόμη και σήμερα αφού τα θρεπτικά τους στοιχεία είναι ασύγκριτα καλύτερα από αυτά που περιέχει μια τυρόπιτα του εμπορίου.

Αυτά είχαν να σας πω για τις διατροφικές συνήθειες των προγόνων μας οι οποίες συνήθειες αποτελούν το υπόβαθρο των συνταγών μας.

Ευχή μας, τώρα, είναι να μπει αυτό το βιβλιαράκι σε όλα τα σπίτια των δικών μας παντού όπου υπάρχουν μεγαλοχωρίτες και βεβαίως να το αποκτήσουν οι νεώτεροι. Επίσης όμως ευχόμαστε να μπει και στα ράφια των επαγγελματιών με την ελπίδα ότι θα εμπλουτίσουν τον κατάλογό τους και με φαγάκια παραδοσιακά. Και αναφέρομαι όχι μόνο στα εστιατόρια αλλά και στους ξενώνες. 

Βάλτε στον πάγκο του πρωϊνού ένα καλάθι με μήλα, μια πιατέλα με ζυμαρόπιτα ή κατσαμάκι που γίνονται πανεύκολα, ζυμωτό ψωμί, σπιτικό κέικ, ντόπιο μέλι και μαρμελάδα κράνι και το χειμώνα βράστε στους ξένους σας τραχανά και τσάι του βουνού.

Πιστέψτε με κάτι θα αλλάξει.

Σας ευχαριστώ πολύ.»

Κική Τριανταφύλλη





Η σύγχρονη οικογένεια και οι μορφές της

21 02 2010

Οι Μεγαλοχωρίτες του νομού Ευρυτανίας, έχουμε ένα σύνδεσμο –λέγεται «Αγία Παρασκευή»- που δημιουργήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1870 και από τότε λειτουργεί ανελλιπώς (σχετικά θα σας γράψω άλλη φορά). Επίσης, εκδίδουμε ένα περιοδικό (2 φορές το χρόνο), τη «Φωνή του Μεγάλου Χωριού» και πρόσφατα έχουμε φιάξει μια ιστοσελίδα στη διεύθυνση: http://www.smap.gr/.  Με τα μέσα δηλαδή που μας προσφέρει η τεχνολογία αλλά και με τις δραστηριότητές μας από κοινού προσπαθούμε  να διατηρήσουμε ζωντανή την επαφή μεταξύ μας.

 Την προηγούμενη εβδομάδα, λοιπόν, στις 17.02.2010 είχαμε μια εκδήλωση στην Αθήνα (ήρθαν μόνο γυναίκες και ένας γέρος κύριος – προσωπικά διαφωνώ με διαχωρισμούς φύλου αλλά όχι με διαχωρισμούς δραστηριοτήτων, με λίγια λόγια όποια/ος θέλει ας κάνει ότι θέλει στον ελεύθερο χρόνο του) στο ξενοδοχείο  «Τιτάνια όπου μίλησα με θέμα: «Εικόνες της Σύγχρονης Οικογένειας».

 Αυτή την ομιλία μπορείτε να διαβάσετε παρακάτω:

Μια και το θέμα μας είναι εικόνες από τη σημερινή ελληνική οικογένεια, είπα να ξεκινήσω με μερικές από το δικό μου περιβάλλον.

Το περασμένο φθινόπωρο πήγαμε στο γάμο ενός νεαρού συναδέλφου που έγινε με παπά και με κουμπάρο στην εκκλησία. Η νύφη, πολύ όμορφη όπως όλες οι νύφες άλλωστε, ήταν έγκυος αλλά δεν προσπάθησε να κρύψει την κοιλίτσα της, ίσα ίσα με το εφαρμοστό νυφικό της την πρόβαλε και την ανέδειξε. Στο πάρτι που ακολούθησε έδωσε το παρών και ένα ζευγάρι –ανύπαντρο- ομοφυλόφιλων ανδρών, ένα ζευγάρι που μόλις είχε  κάνει πολιτικό γάμο, κάποιοι που έλεγαν ότι είχαν αποφασίσει να κάνουν γάμο και βαφτίσια μαζί και άλλοι που παντρεύτηκαν με παρανυφάκι την κορούλα της νύφης από τον προηγούμενο γάμο της.

 Αυτές τις εικόνες των διαφορετικών μορφών γάμου μάλλον τις έχετε δει κι εσείς γύρω σας αφού πλέον δεν αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά.

 Πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν ότι η έννοια του γάμου σιγά-σιγά διαφοροποιείται. Μάλιστα, οι πιο προωθημένοι νέοι στην κλίμακα της κοινωνικής αλλαγής δεν χρησιμοποιούν καν τη λέξη σύζυγος, μιλάνε για συντρόφους και διαχωρίζουν το θεσμό του γάμου από την «ουσιαστική» σχέση η οποία, όπως λένε, δεν μπορεί να διασφαλιστεί από κανένα έξωθεν κανονιστικό καθεστώς. Με άλλα λόγια ούτε ο παπάς, ούτε ο δήμαρχος, ούτε ο συμβολαιογράφος μπορούν να σώσουν την κατάσταση όταν κάτι μέσα στη σχέση πάει στραβά.

 Η λέξη σύζυγος, που έχει την ίδια ρίζα με τη λέξη σύζευξη, φέρνει στο νου την εικόνα δυο ανθρώπων οι οποίοι -ακριβώς όπως τα βόδια ή τα άλογα στο χωράφι- είναι αναγκασμένοι να κινούνται μαζί, χωρίς δυνατότητα αυτονόμησης και διαφοροποίησης.

 Αντίθετα, οι σύντροφοι καθορίζουν οι ίδιοι μεταξύ τους την απόσταση, τον τρόπο και το είδος της συναλλαγής τους, τους κοινούς στόχους και τον βαθμό ελευθερίας των κινήσεών τους. Δηλαδή, η κατάργηση του όρου σύζυγος από το λεξιλόγιό μας φαίνεται να είναι καθαρά συνδεδεμένη με τις νέες κατασκευές περί σχέσης και γάμου.

 Σήμερα τείνει επίσης να εξαφανιστεί η λέξη αρραβώνας. Οι νέοι, οι σύντροφοι (όπως είπαμε λίγο πριν) δεν αρραβωνιάζονται αλλά συζούν και συχνά κάνουν παιδιά πριν καν αποφασίσουν να παντρευτούν. Μιλήστε σε κάποιο νέο ζευγάρι για αρραβώνα. Το πιθανότερο είναι ότι θα τα χάσουν και θα σας κοιτάξουν περίεργα, με ύφος απορημένο και ίσως περιπαικτικό. Μπορεί βέβαια κάποιοι να ενδίδουν και να αρραβωνιάζονται για να μη χαλάσουν το χατίρι των γονιών, που θέλουν να επισημοποιηθεί ο δεσμός. Για τους ίδιους, όμως, η επισημοποίηση της σχέσης τους έχει γίνει σε χώρους ιδιωτικούς και σφραγίζεται με τη συμβίωση πριν από το γάμο, την οποία θεωρούν ως μια ουσιαστική περίοδο δοκιμασίας που θα δείξει αν έχουν κάνει καλή επιλογή συντρόφου.

 Έχετε προσέξει ότι έχουν αλλάξει και οι προσκλήσεις του γάμου; Δεν προσκαλούν πια οι γονείς στους γάμους που ενώνουν δυο οικογένειες, αλλά μας προσκαλούν δυο νέοι άνθρωποι να μοιραστούμε τη χαρά τους που αποφάσισαν να ενώσουν τις ζωές τους. Άσχετα αν τρέμει η ψυχή τους και αν την παραμονή του γάμου τους συμβεί να τραγουδάνε μαζί με τον Μαχαιρίτσα:

               …Αυτό δεν είναι αγάπη, είναι ένας μικρός τιτανικός και θα είναι θαύμα αν σωθούμε.

 Πράγματι, η σχέση του ζευγαριού γίνεται όλο και πιο εύθραυστη, όλο και περισσότεροι γάμοι καταλήγουν σε τιτανικούς. Οι σαρωτικές αλλαγές σε όλα τα επίπεδα της σύγχρονης ζωής βάλουν ανελέητα τον πυρήνα της οικογένειας. Τίποτα, από όλα όσα μάθαμε να βλέπουμε σαν βασικά συστατικά του γάμου, δεν έμεινε άθικτο. Τα πάντα είναι προς αναθεώρηση, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια για σταθερά σημεία αναφοράς. Τα βασικά στηρίγματα της σχέσης του ζευγαριού γκρεμίζονται ένα-ένα. Αφήνουν πίσω τους τεράστια κενά που σε αυτή τη φάση δεν είναι δυνατό να αναπληρωθούν, αφού ακόμα δεν έχει συντελεστεί η αποδόμηση που απαιτείται για τη δημιουργία νέων μορφών συμβίωσης, με προδιαγραφές που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του μεταμοντέρνου τρόπου ζωής.

 Ας ξαναγυρίσουμε όμως στη νοηματική εξέλιξη της γλώσσας μας σε ό,τι αφορά στη σχέση του ζευγαριού.

Η δασκάλα μου, ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια Χάρις Κατάκη, συγγραφέας του βιβλίου «Οι τρεις ταυτότητες της ελληνικής οικογένειας»  αναφέρει:

«…γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ΄80, όταν ρωτούσαμε τα ζευγάρια που ζούσαν σε παραδοσιακό πλαίσιο «πώς εσείς οι δυο γνωριστήκατε και συνδεθήκατε», παίρναμε την απάντηση «ήταν τυχερό» –πράγμα που το ακούμε ακόμα, καμιά φορά. Η απάντηση αυτή εκφράζει τις παραδοσιακές αντιλήψεις για το είδος του γάμου που αφήσαμε πίσω μας. Κάτω από εκείνες τις συνθήκες, δεν υπήρχαν περιθώρια για προσωπικές επιλογές. Άλλωστε, αν θυμάστε, τη λέξη «τυχερό» τη χρησιμοποιούσαμε ως συνώνυμο του γάμου.»

 Στην έρευνα της Κατάκη την ίδια περίοδο τα ζευγάρια της Αθήνας απαντούσαν στην ίδια ερώτηση, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, «ήταν τυχαίο». Το τυχαίο φαίνεται να εκφράζει μια αίσθηση ασάφειας, δηλώνει δηλαδή την αδυναμία των ζευγαριών να εντοπίσουν τα κριτήρια της επιλογής τους.  Δέκα χρόνια αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του ΄90, το τυχαίο μειώνεται, καθώς τα ζευγάρια αρχίζουν να αναφέρονται έστω και ασαφώς σε κάποια κριτήρια για την επιλογή του συντρόφου, όπως ευαίσθητος, ειλικρινής, ανοικτός συναισθηματικά, κριτίρια συνεπή με την έμφαση που δίνεται πλέον στην ουσιαστική σχέση. Απέχουμε πια παρασάγγας από την αντίληψη του ιδανικού  άνδρα, όπως κουβαλητής, καλός οικογενειάρχης ή αντίστοιχα για την ιδανική γυναίκα τίμια, νοικοκυρά, οικονόμα, που στο παρελθόν θα αποτελούσαν ασφαλώς ιδανικούς συζύγους.

 Σήμερα έχουμε προχωρήσει ακόμη πιο πέρα. Τελευταία ακούμε όλο και πιο συχνά ότι «τίποτα δεν είναι τυχαίο». Δηλαδή από το «όλα είναι τυχερά ή όλα είναι τυχαία, άρα εγώ δεν μπορώ να κάνω τίποτε για να καθορίσω τη μοίρα μου», οδηγηθήκαμε σ’αυτή τη νέα –νοητική- κατασκευή που σηματοδοτεί την αρχή μιας συγκλονιστικής και ευοίωνης ανατροπής. Είναι σα να παραδεχόμαστε ότι η πολυπλοκότητα δεν είναι συνώνυμη του χάους.

Αυτό το «τίποτε δεν είναι τυχαίο» φαίνεται να δηλώνει ότι υπάρχουν απαντήσεις έστω και αν δεν μπορούμε να τις εντοπίσουμε.

 Μέσα από το βομβαρδισμό των πληροφοριών και των κάθε είδους συνταγών, στην Ελλάδα σήμερα είναι εντυπωσιακό το πόσοι θυμούνται και αναφέρονται στην ρήση του Κοέλλο: «Όταν αποφασίσεις κάτι όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το πετύχεις». Είναι σα να λέμε ότι δεν είμαστε έρμαια της τύχης και των συνθηκών, ότι μπορούμε εμείς, αν το αποφασίσουμε, να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας και να καθορίσουμε τη μοίρα μας.

 Παρόλο ότι δυσκολευόμαστε να ξεδιαλύνουμε τα θετικά από τα αρνητικά στοιχεία της τόσο φορτισμένης οικογενειακής συμβίωσης (ας μην υποτιμάμε το γεγονός ότι μέσα στις οικογένειες μπορεί για παράδειγμα να υπάρχει ακόμη και καλά κρυμένη βία και κακοποίηση) νομίζω ότι θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι η οικογένεια μας προσφέρει μια ασφάλεια που δύσκολα μπορούμε να αντικαταστήσουμε στον ταραγμένο σημερινό κόσμο μας. Η οικογένεια μας έχει γλιτώσει και εξακολουθεί να μας γλιτώνει από πολλά δεινά της εποχής, όπως μοναξιά και κοινωνική απομόνωση, προσφέροντας πολλά ψυχοκοινωνικά στηρίγματα, ακόμη και καλή υγεία.

 Εδώ θα ήθελα να κάνω μια παρένθεση.

Θα έχετε ακούσει για τις στατιστικές που δείχνουν ότι υπερέχουμε από άλλες δυτικές κοινωνίες στην καλή υγεία και τη μακροβιότητα. Άραγε, είναι αρκετό το λαδάκι μας –θεωρείται όπως ξέρετε ο ακρογωνιαίος λίθος της Μεσογειακής διατροφής- για να εξηγήσουμε το αισιόδοξο συμπέρασμα αυτών των ερευνών;  

Πέρισυ ήρθε στην Ελλάδα για μια ομιλία, ο δρ Ντανιελ Ζίγκελ, Αμερικανός παιδοψυχίατρος, ψυχοθεραπευτής και ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους νευροεπιστήμονες που συνδέουν το γονίδιο με το περιβάλλον και ειδικά τις ανθρώπινες σχέσεις. Στη μοναδική συνέντευξη που έδωσε εδώ και είχα την τιμή να την κάνω εγώ τον ρώτησα: «Τι θα συμβουλεύατε τους Έλληνες για το ευζην τους;».

Σας μεταφέρω την απάντησή του αυτολεξεί: «Δεν μου είναι οικείος ο τρόπος της οικογενειακής ζωής των ελλήνων, έχω ακούσει όμως ότι υπάρχει ένα εκτεταμένο οικογενειακό δίκτυο με στενές σχέσεις πράγμα που θεωρώ εξαιρετικό. Εχω ακούσει, επίσης, ότι στην Ελλάδα, όπως και στις υπόλοιπες Μεσογειακές χώρες υπάρχουν πολύ χαμηλά ποσοστά ψυχικών παθήσεων, πράγμα που θεωρούμε ότι οφείλεται στην οικογενειακή ζωή και την κουλτούρα αυτών των οικογενειών και όχι στον καλό καιρό και τις ομορφιές της Μεσογείου. Αυτό συμφωνεί με έρευνες σε πληθυσμούς με άλλες πολιτισμικές αξίες που δείχνουν ότι όσο περισσότερες κοινωνικές σχέσεις έχεις τόσο πιο υγιής είσαι. Στις ΗΠΑ π.χ. υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που έχουν αποσυνδεθεί, δεν έχουν ούτε οικογενειακές σχέσεις ούτε ένα εκτεταμένο κοινωνικό δίκτυο που θα μπορούσε να τους υποστηρίξει. Είναι λοιπόν πάρα πολύ σημαντικό για όλους μας να μένουμε συνδεδεμένοι, να σχετιζόμαστε με άλλους ανθρώπους σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας.

Η μακροβιότητα και η καλή υγεία, ψυχική και σωματική, μας χαρακτήριζαν ανέκαθεν εμάς τους Ευρυτάνες. Μέχρι τώρα τα αποδίδαμε κυρίως στο ανθεκτικό μας γονίδιο, στον καθαρό αέρα και στην υγιεινή διατροφή των προγόνων μας. Μήπως, όμως, θα ήταν σκόπιμο να ψάξουμε και σε ευρήματα που αφορούν σε πολιτισμικές και οικογενειακές καταβολές, στις αντιλήψεις και τα βιώματά μας που μπορεί να παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στη διατήρηση της καλής μας υγείας; Ίσως έτσι μπορέσουμε να βρούμε και τους τρόπους για να διατηρήσουμε όσα μας βοηθούν να ζούμε καλά –όχι απλά να επιβιώνουμε- και να αναθεωρήσουμε όσα πρέπει να αφήσουμε πίσω.

Κλείνω λοιπόν την παρένθεση και συνεχίζω.

 Οι αλλαγές που συντελέστηκαν στη σύγχρονη κοινωνία ήταν τόσο ραγδαίες τα τελευταία 20 χρόνια, ώστε, μέχρι να παρατηρήσουμε ένα φαινόμενο, αυτό χάνει την επικαιρότητά του και χρειάζεται να εστιάσει κανείς σε ένα άλλο που εντωμεταξεί έχει πάρει την θέση που είχε το προηγούμενο. Δηλαδή, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, τα καινοτομικά και τα πρωτοφανή γίνονται καθημερινά και συνηθισμένα.

Στα μέσα της δεκαετίας του ΄90, μόλις μια δεκαετία μετά την κυκλοφορία του βιβλίου: «Οι τρεις Ταυτότητες της Ελληνικής Οικογένειας» το σκηνικό είχε αλλάξει τόσο πολύ ώστε, ώστε στην όγδοη έκδοση η συγγραφέας χρειάστηκε να προσθέσει ένα κεφάλαιο στο οποίο προσπάθησε να δείξει τις αλλαγές που είχαν εντωμεταξεί συντελεστεί.

 Από τα καημένα τα κορίτσια των ελληνικών έργων της δεκαετίας του ’60, «που σαν χαμένα θα σταθούν στην εκκλησιά και ούτε λόγος πια γι’ αυτά», όπως τραγουδούσε τότε ο Διονύσης Σαββόπουλος, στα μέσα της δεκαετίας του ΄90, στις τηλεοπτικές σειρές, οι ηρωίδες ενσάρκωναν τη γυναίκα που έχει αποφασίσει να σπάσει τα δεσμά της με τα ξεπερασμένα πρότυπα.  

Το τραγούδι της Λίνας Νικολακοπούλου εκφράζει μελωδικά αυτές τις κατακτήσεις και υπερβάσεις της γυναίκας. Η Δήμητρα Γαλάνη τραγουδάει :

 Εγώ μιλάω για δύναμη, της αγάπης  ισοδύναμη

και ζητάω προτεραιότητα φύση, θέση και ιδιότητα

Μα εγώ μιλάω για δύναμη με την ελπίδα ισοδύναμη

και γυρνάω στην αθωότητα την παλιά μου την ταυτότητα

 Οι αντιστροφές, οι ανατροπές και οι ανακατατάξεις σε ό,τι αφορά τη γυναικεία και την ανδρική ταυτότητα και φυσικά τη σχέση του ζευγαριού, είναι τόσο καθοριστικές που πραγματικά φέρνουν ίλιγγο.

 Θέλετε να σας δώσω το στίγμα της οικογένειας σήμερα;

 Στη Δύση, το 50% των πρώτων γάμων καταλήγει σε διάλυση, ενώ το ποσοστό των ατόμων που παντρεύονται ξανά φτάνει το 67%.  Άνδρες και γυναίκες δοκιμάζουν και δοκιμάζονται, αποτυγχάνουν και προσπαθούν ξανά και ξανά. Ψάχνουν κοντά και μακριά σε ολόκληρο τον πλανήτη και στον κυβερνοχώρο, συνδέονται με συντρόφους από άλλες κουλτούρες, ακόμη και από άλλες φυλές. Γίνονται γάμοι, διαζύγια, δεύτεροι και τρίτοι γάμοι, παιδιά με διαφορετικούς συντρόφους, μέσω υιοθεσίας και εξωσωματικής γονιμοποίησης.  Το μωσαϊκό των σύγχρονων οικογενειών περιλαμβάνει κάθε δυνατή παραλλαγή και ατελείωτους συνδυασμούς. Είναι τόσο βαθιά η μεταμόρφωση της οικογενειακής ζωής, που μοιάζει να χρειαζόμαστε έναν πιο ευρύ και περιεκτικό όρο για να περιγράψουμε τις νέες μορφές συμβίωσης με τις ατελείωτες παραλλαγές της.

 Παρά τις συνεχείς μεταμορφώσεις, πάντως και τους κλυδωνισμούς των τελευταίων δεκαετιών, η ευρεία οικογένεια παραμένει το διαχρονικό κουκούλι που εξακολουθεί να μας διοχετεύει ασφάλεια, ευρηματικότητα και δυναμισμό.

 Μόνο που ολόκληρο το οικοδόμημα έχει αλλάξει μορφή. Η ευρεία οικογένεια δεν περικλείει  μόνο την συμβίωση των σογιών που ξέραμε.

 Σύμφωνα με τη Λουκία Μουσούρου, ομότιμη καθηγήτρια κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, η οποία  -όπως και η Χάρις Κατάκη- ανήκει στους συστηματικούς αναλυτές της ελληνικής οικογένειας, η σημαντικότερη εξέλιξη στις μέρες μας είναι ότι ο θεσμός της οικογένειας εμφανίζεται κάτω από διαφορετικές μορφές: «Πρέπει να καταλάβουμε, λέει η Μουσούρου,  ότι η οικογένεια δεν είναι ένα συγκεκριμένο σχήμα, αλλά ένα σύνολο από σχέσεις.  Σχέσεις οικειότητας, αμοιβαιότητας, αγάπης κ.λπ. Αυτές οι σχέσεις δεν δημιουργούνται και δεν διατηρούνται μόνο μέσα σε ένα σχήμα. Επομένως αν θέλουμε να στηρίξουμε την οικογένεια, θα πρέπει να στηρίζουμε όλα τα σχήματα που λαμβάνει στις μέρες μας»

 Στις αρχές του νέου αιώνα στο κονάκι ή στο κάστρο–πείτε το όπως θέλετε- της ευρείας οικογένειας, συνωστίζονται οι σύγχρονες πολυπρόσωπες, πολύχρωμες και περίπλοκες μεικτές οικογένειες της μεταμοντέρνας εποχής.

 Τα δύο πιο συχνά σχήματα ή μορφές οικογένειας, που φαίνεται από τα στοιχεία να έχουν αυξητική τάση στην Ελλάδα είναι οι μονογονεϊκές και οι «ανασυσταμένες» ή μεικτές οικογένειες. 

Οι γεννήσεις εκτός γάμου αυξάνονται στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, παρόλο ότι ακόμα εξακολουθούν να είναι πολύ λιγότερες από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αντίθετα οι μεικτές οικογένειες αναδεικνύονται, σε χρόνο ρεκόρ, ως η κυρίαρχη μορφή οικογένειας. Στατιστικές μελέτες δείχνουν ότι  μέχρι το 1987, το 33% του παγκόσμιου πληθυσμού αποτελούσε μέλος μιας μεικτής οικογένειας. Το ένα τρίτο του συνόλου των παιδιών, θα αποτελέσει μέλος μιας μεικτής οικογένειας πριν την ολοκλήρωση της εφηβείας τους.

 Η ανάδυση νέων μορφών συμβίωσης μας υποχρεώνει να ζήσουμε κάτω από συνθήκες ανομοιογένειας και αστάθειας. Παράλληλα για την εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων, απαιτείται εσωτερική συγκρότηση και αποτελεσματική επικοινωνία  –δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

           Τι θα μπορούσε όμως να κρατήσει καλύτερα τη συνοχή μιας εύθραυστης ισορροπίας από την ύπαρξη ενός παιδιού;

          Οι αντιλήψεις και οι επιλογές των ζευγαριών ως προς τα παιδιά έχουν αλλάξει επίσης. Παλιότερα οι  άνθρωποι λέγανε ότι παντρεύονται για να κάνουν παιδιά, να τα μεγαλώσουν, να τα κάνουν χρήσιμους ανθρώπους της κοινωνίας. Η δημιουργία οικογένειας δηλαδή είχε σκοπό την οικονομική και βιολογική επιβίωση των ανθρώπων και τα παιδιά στήριζαν το θεσμό. Στις σημερινές οικογένειες, όμως, το παιδί στηρίζει τη συνοχή, την επικοινωνία και την κάλυψη συναισθηματικών αναγκών.

           Μια άλλη εντυπωσιακή ένδειξη της αντιστροφής στα μοτίβα της σχέσης του ζευγαριού είναι ότι ενώ παλιότερα οι γυναίκες ήταν αυτές που πήγαιναν μόνες τους σε συμβούλους, ψυχολόγους, ψυχοθεραπευτές για να σώσουν το γάμο τους, πολύ πρόσφατα άρχισαν να προηγούνται οι άνδρες στη θεραπεία. Είναι οι άνδρες, που βρέθηκαν αντιμέτωποι με γυναίκες αποφασισμένες να συνεχίσουν την πορεία τους μόνες τους ή μαζί με τα παιδιά τους. Σήμερα, όλο και περισσότεροι άνδρες αποφασίζουν να πετάξουν την πανοπλία που δεν τους προστατεύει από τον εαυτό τους και που διαιωνίζει την απομόνωσή τους. Μέσα στο πεδίο των οικογενειακών σχέσεων, αρχίζουν να διεκδικούν τη θέση τους ως σύντροφοι και πατεράδες. Αλλά και μετά από ένα διαζύγιο, όλο και πιο συχνά διεκδικούν και αναλαμβάνουν ενεργά το ρόλο του γονιού, προσφέροντας φροντίδα, τρυφερότητα και καθοδήγηση  στα παιδιά τους.

 Από την άλλη πλευρά, αρχίζουμε να παρατηρούμε ότι και οι γυναίκες βλέπουν αλλιώς τα πράγματα. Σήμερα είναι πιο έτοιμες να δεχθούν ότι οι ίδιες συνέβαλαν στο να είναι απών ο πατέρας, με το να φορτώνονται όλο το βάρος των ευθυνών για την οικογένεια και μετά να κατηγορούν τον πατέρα ότι δε συμμετέχει στο μεγάλωμα των παιδιών.

 Ας ελπίσουμε ότι η οικογένεια, το διαχρονικό μας καταφύγιο, θα αντέξει τους συνεχιζόμενους τριγμούς.

Και ίσως, οι τραγικές εικόνες παιδιών που γίνονται θύματα του φανατισμού, της σύγχυσης, της ασυνειδησίας ατόμων και ομάδων σε όλο τον πλανήτη (θα σας θυμήσω το τελευταίο κρούσμα παιδιών από την Αϊτή που κάποιοι προσπαθούν να τα βγάλουν παράνομα και χωρίς χαρτιά από τη χώρα τους μέσα στην αναμπουμπουλα του καταστροφικού σεισμού) να αποτελούν ισχυρά φορτισμένα ερεθίσματα, που πυροδοτούν γόνιμους προβληματισμούς και ανοίγουν το δρόμο για την αναζήτηση νέων προδιαγραφών για τη συμβίωση, τόσο σε κοντινά όσο και σε μακρινά πλάνα.

 Για να συνοψίσουμε λοιπόν:

1)      Η οικογένεια αλλάζει μορφή, παραμένει όμως το προστατευτικό «κουκούλι» που παρέχει ασφάλεια στα μέλη της, τα οποία δεν συνδέονται αναγκαστικά με δεσμούς αίματος μεταξύ τους, αλλά κυρίως με συναισθηματικούς δεσμούς. 

2)      Ο άνδρας-«κολόνα» του σπιτιού κάποτε έχει γκρεμιστεί. Η γυναίκα, που άλλοτε ήταν πλήρως εξαρτώμενη από εκείνον μπορεί πλέον να ζήσει αυτόνομα -για αυτό και δεν χρειάζεται να είναι π.χ. καλή νοικοκυρά.

3)      Οι άνθρωποι συμβιώνουν πριν παντρευτούν, χωρίς να προηγηθεί αρραβώνας, παντρεύονται δύσκολα και σε μεγαλύτερη ηλικία, χωρίζουν ευκολότερα, ξαναπαντρεύονται ή συνάπτουν νέες σχέσεις (ελεύθερες ή θεσμοθετημένες, με τελευταία εξέλιξη το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, που αναγνωρίζει νομοθετικά τη σχέση ετερόφυλων ζευγαριών).

4)   Οι μικτές οικογένειες αναδεικνύονται σε κυρίαρχη μορφή οικογένειας διεθνώς, και η  Ελλάδα όσο και αν επιμένει στην παράδοση, μάλλον δεν θα αποτελέσει εξαίρεση. Ετσι, η φράση «Αγάπη μου, το παιδί σου και το παιδί μου τσακώνονται με το παιδί μας» μπορεί να σας ακούγεται υπερβολική απόψε, έχει όμως ήδη αρχίσει να ακούγεται γύρω μας και φαίνεται ότι θα ακούγεται όλο και πιο συχνά στο μέλλον.

Τέλος η  ισχυρότερη αλλαγή της εποχής μας είναι ο θεμελιώδης ρόλος των παιδιών. Τα παιδιά δεν γεννιούνται πλέον για την βιολογική και οικονομική επιβίωση των γονιών τους αλλά για τη συνοχή, την επικοινωνία και τη συναισθηματική τους κάλυψη. Είναι ο συνεκτικός κρίκος της ελληνικής οικογένειας και για χάρη τους οι άνθρωποι παντρεύονται και μένουν μαζί.