Δυο υπέροχες παραστάσεις είχα την ευκαιρία να δω το Σαββατοκύριακο χάρη στην επιμονή της φίλης μου της Χαρούλας, που είχε φροντίσει από καιρό για τα εισητήρια κα ομολογώ ότι της είμαι ευγνώμων.
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΙΡΙΔΑΣ
Το Σάββατο ( 11/10) στο Θέατρο του Κολλεγίου Αθηνών στο Ψυχικό παρακολουθήσαμε το «Τραγούδι της Ιριδας». Μόλις δύο παραστάσεις δόθηκαν οπότε δεν μπορώ να σου πω πήγαινε να το δεις. Κράτησε όμως ένα όνομα, Ρένα Κωνσταντάκη λένε τη δημιουργό, και αν ακούσεις ότι ανεβάζει κάτι κάπου μην το χάσεις.
Το «Τραγούδι της Ιριδας» είναι μια παράσταση butoh βασισμένη σε μύθους και αρχέτυπα. Μία εικαστική performance με υλικό το φως, τη μουσική, την κίνηση. Σε μία γυάλινη σκηνή (εξαιρετικό το σκηνικό του Όμηρου Κοσμίδη) δημιουργείται ένας απέραντος χώρος μέσα στο νερό, ένα τοπίο χωρίς όρια γεμάτο αντικατοπτρισμούς που οδηγούν στο άπειρο. Στιγμές ονείρου ανασύρουν απο τη μνήμη και το υποσυνείδητο γνώσεις που σχετίζονται με το γρίφο της ύπαρξης, κύκλοι ανοίγουν και κλείνουν συνεχώς σε ένα αιώνιο ταξίδι. Τα απέριττα κοστούμια (της Μαριάννας Νικολάου), το ιδανικό μακιγιαζ (The BodyShop) τα εντυπωσιακά (gothic) χτενίσματα (του Βαγγέλη Χατζή), η υποβλητική μουσική του Γιώργου Μπουντουβή και (τον άφησα για τέλος) o υπέροχος φωτισμός (του Λευτέρη Πουλόπουλου) –τα παιχνίδια του φωτός δημιουργούσαν ονειρικά τοπία αποδίδοντας με τον καλύτερο τρόπο τη βαθύτερη ουσία του έργου- υποστήριξαν εξαιρετικά αυτή τη μοναδική παράσταση.
Τι είναι το butoh; Ενα είδος τέχνης που σόκαρε τη γιαπωνέζικη κοινωνία στα τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν πρωτοεμφανίστηκε. Ο δημιουργός του, Tatsumi Hijikata χρησιμοποίησε το σώμα σαν γλυπτό, του έδωσε νέες φιλοσοφικές διαστάσεις κι επηρέασε άλλες τέχνες – όπως το θέατρο και τη λογοτεχνία- που συνεισφέρουν στο χορό. Σήμερα, μισό αιώνα αργότερα, το butoh δεν προκαλεί πια τις ίδιες αντιδράσεις. Είναι μια καθιερωμένη μορφή χορού που δημιούργησε σχολή και βγήκε προς τον υπόλοιπο κόσμο.
Η (ψυχοθεραπεύτρια με σπουδές χορού) Ρένα Κωσταντάκη υπογράφει τη σύλληψη και το σενάριο στο «Tραγούδι της Ίριδας» ενώ έχει κάνει επίσης τη χορογραφία μαζί με τη Yumiko Yoshioka, ένα πολύ μεγάλο όνομα του butoh. Η Yoshioka γεννήθηκε στο Τόκυο και ζει στη Γερμανία. Ιδρυτικό μέλος και καλλιτεχνική διευθύντρια της ομάδας TEN PEN Chii art labor, παρουσίασε πριν από 30 χρόνια -για πρώτη φορά στην Ευρώπη- μια παράσταση butoh στο Παρίσι («Le dernier Eden») και έκτοτε ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο ως εκπαιδεύτρια, χορογράφος και χορεύτρια.
Αρχή έγινε με το τραγούδι της Ματίνας Μιχαηλίδου που έδωσε μια έντονη αίσθηση ελληνικότητας στην παράσταση. Ενδιαφέρον άλλωστε είναι το γεγονός ότι η δημιουργός κατάφερε να συνδυάσει με τόση αρμονία ελληνικά και γιαπωνέζικα στοιχεία. Ξαναζώ την παράσταση νοερά. Η Yumiko Yoshioka και η Εύη Τζώρτζη κινούνται σαν αερικά, η κίνηση και οι εκφράσεις τους ενεργοποιούν τη φαντασία μας. Η Yumiko είναι σα να αιωρείται, η Εύη είναι πιο γήινη. Στιγμές στιγμές η κραυγή της Yumiko που δεν βγαίνει από το στόμα της αποτυπώνεται, όμως στην έκφρασή της, με τρομάζει, η φιγούρα της Εύης είναι πιο καθησυχαστική, κατάφερε άλλωστε να βγει από το κουκούλι που την περιόριζε. Η λευκή φιγούρα είναι άραγε ένα νεκρό κομμάτι εαυτού που ζωντανεύει; Οι δύο μορφές είναι δυο πλευρές της ίδιας προσωπικότητας σε έναν εσωτερικό διάλογο; Είναι δυο αδελφές συγχωνευμένες; Τι σημασία έχει; Στη διάρκεια της παράστασης ο θεατής είχε όλη την ελευθερία να ανασύρει τις δικές του προσωπικές εικόνες από τα κατάβαθα της μνήμης του.
ΜΗΔΕΙΑ2
Για τη Μήδεια2 δεν θα σου πω πολλά. Τι να πω για μια τόσο άρτια παράσταση, γνώστης άλλωστε δεν είμαι, μόνο για τα συναισθήματα που μου γέννησε μπορώ να σου μιλήσω και να σε προτρέψω να μην τη χάσεις. Χάρηκα που την είδα και χάρηκα διπλά γιατί την είδα αμέσως μετά το «Τραγούδι της Ιριδας». Ετσι παρατήρησα αμέσως τα κοινά στοιχεία των δύο παραστάσεων, τις επιρροές από τους Γιαπωνέζους και το butoh, τη χρήση του νερού, το λιτό σκηνικό, τα υπέροχα κοστούμια.
Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης που κυνηγάει την τελειότητα, το εμπεδώσαμε αυτό. Δυστυχώς είχα χάσει την πρώτη παράσταση της Μήδειας με την «Ομάδα Εδάφους» που τον έβγαλε στο μεγάλο κοινό το 1993. Τότε ήταν πράγματι πρωτοπορία, χόρευε και ο ίδιος στο ρόλο του Ιάσωνα με Μήδεια την Αγγελική Στελλάτου. Γιατί όμως ο Παπαϊωάννου διάλεξε να κάνει ξανά τη «Μήδεια», 15 χρόνια μετά; Αντιγράφω το απόσπασμα από μια συνέντευξή του στην εφημερίδα του Φεστιβάλ Αθηνών «ε.φ.» (στην Ευγενία Τζιρτζιλάκη): «Δύο είναι οι βασικοί λόγοι», εξηγεί ο χορογράφος: «Ο ένας, ότι θέλω να τη δω επιτέλους και να τη δουλέψω, για πρώτη φορά μη χορεύοντάς την. Είναι μια παράσταση που για κάποιο λόγο μου βγήκε -δεν έχω πάνω από δύο ή τρεις τέτοιες στιγμές- και με τα καινούργια μου μάτια, όντας απ’ έξω, θέλω αυτό το αρχιτεκτόνημα που πέτυχε να το ξανακοιτάξω και να το λειτουργήσω. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι θέλω να αναβάλω την επόμενη δουλειά μου μετά το «2», αλλά δεν μπορώ και να μη δουλεύω. Αισθάνομαι ότι ξαναδουλεύοντας τη «Μήδεια» κατά κάποιον τρόπο επιμελούμαι εγώ της συστατικής μου επιστολής απέναντι στον κόσμο(…) Κυρίως, όμως, γουστάρω να την ξαναδουλέψω, να παίξω μαζί της».
Παίρνει τις αποστάσεις του λοιπόν, και αφηγείται επι σκηνής μια ιστορία έρωτα, που από την πρώτη στιγμή δεν υπόσχεται παρά τον εφιάλτη της ζήλιας, της προδοσίας και της απόγνωσης. Οι ήρωες κινούνται πάνω σε τραπέζια και σε καρέκλες που βρίσκονται μέσα στο νερό, για να μας θυμίζουν σε πρώτο επίπεδο την Αργοναυτική Εκστρατεία και σε δεύτερο την καθαρτήρια δύναμή του.
Υπέροχη Μήδεια είναι τώρα η αέρινη Ευαγγελία Ράντου και Ιάσονας ο Γιάννης Νικολαΐδης με κάτι από κόμιξ και Κόρτο Μαλτέζε μαζί (μου θύμισε απόμακρα και τον γεμάτο έπαρση Ιάσονα –ο Πάνος Ορκόπουλος ήτανε; θα σε γελάσω- από τη Μήδεια του Μποστ με τη Λήδα Πρωτοψάλτη). Τι να πρωτοθυμηθώ; Από το σωρό των εντυπώσεων θα διαλέξω το εκπληκτικό φόρεμα της Μήδειας που μεταμορφώνεται σε κουκούλι, ασπίδα και κοχύλι, τη μοναδική ερμηνεία του Αρη Σερβετάλη (είναι ο σκύλος με την τραχειά κραυγή που κλαίει και βρυχάται, το κακό, η σκοτεινή πλευρά της ντελικάτης Μήδειας), τον Ηλιο – παπού της Μήδειας και αρχέτυπο του άνδρα, τους κόθορνους – καράβια του Ιάσονα που με αυτά περνάει από τη μια ήπειρο-τραπέζι στην άλλη, τους Αργοναύτες-ναύτες του Τσαρούχη, τη συγκλονιστική σκηνή του έρωτα, τόσο αποστασιοποιημένη και ταυτόχρονα τόσο φλογερή, το μουσικό κολάζ με τις άριες του Μπελίνι.
Φορτωμένοι με υπέροχες εικόνες και το συναίσθημα να ξεχειλίζει, πήγαμε στη συνέχεια για φαγητό δίπλα, στο Pasaji (το πατσατζίδικο, που λέει και ο Ηλίας, μέσα στη στοά Σπυρομήλιου). Απογοητεύτηκα. Ασήμαντο το φαγητό και ακριβό. Ευτυχώς η ευδαιμονία από την παράσταση ήταν μεγάλη και μπόρεσε να καλύψει την απογοήτευση.
Πρόσφατα σχόλια