Η Μαρία των Μογγόλων

3 10 2008

Η Μαρία των Μογγόλων

Αντιγράφω ένα απόσπασμα από το βιβλίο της Μαριάννας Κορομηλά «Η Μαρία των Μογγόλων» (κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη στη σειρά «Η Κουζίνα του Ιστορικού» όπως λέει στην ακρίτσα του τίτλου στο εξώφυλλο – το βάζω κι αυτό γιατί μ’άρεσε- που διευθύνει ο Μισέλ Φάις). Το διαβάζω αυτές τις μέρες και με έχει συνεπάρει, με κάνει να ονειρεύομαι και να ταξιδεύω, να γυρίζω πίσω σε μέρη από όπου έχω περάσει και σε άλλα που με περιμένουν να τα γνωρίσω ίσως μόνο μέσα από ήχους, γεύσεις, ενθύμια και φευγάτες περιγραφές όπως αυτές του βιβλίου που κρατάω στα χέρια μου. Αν και η ταχύτητα των ταξιδιών της Μαριάννας Κορομηλά από Ανατολή σε Δύση είναι ιλιγγιώδης και με ζαλίζει μερικές φορές  (κυρίως λόγω δικής μου άγνοιας ιστορικής, το ομολογώ ταπεινά), μού άνοιξε μια τρύπα για να εισχωρήσω σ’αυτό το μεγάλο κεφάλαιο της ιστορίας που λέγεται Μογγόλοι.  Τι ξέραμε γιαυτούς; Μόνον ονόματα, όπως Ταμερλάνος και Τσέγκις Χαν, άντε να βάλω και τον Χαν Κουμπλάι και ότι κατέστρεφαν τα πάντα στο διάβα τους, δεν άφηναν λιθάρι όρθιο στη θέση του αυτοί οι τρομεροί ιππείς-τοξότες. Οσο κι αν είναι τρομακτική η σκοτεινή πλευρά τους, έχουν  όμως και άλλη μια, που παρά την εμφανή αντιπάθειά της η Κορομηλά προσπαθεί να τη φωτίσει.  Το απόσπασμα που διάλεξα από τη σελίδα 92 δεν είναι χαρακτηριστικό του βιβλίου (αναφέρεται στις ραδιοφωνικές εκπομπές της), είναι, όμως, ένα δείγμα γραφής που με συγκίνησε πολύ. Οταν το διάβαζα θυμήθηκα τη γοητευτική  εκπομπή της heart ‘n’ soul  στο  http://www.diversityfm.co.uk για το duente. ΄Η ίσως και να είναι χαρακτηριστικό αφού με αφορμή τη Μαρία των Μογγόλων η Μαριάννα Κορομηλά ξεδιπλώνει τον δικό της εξαιρετικό αυτοβιογραφικό λόγο.

(Για την ιστορία, ο πατέρας της έστειλε τη Μαρία Κομνηνή Παλαιολογίνα πεσκέσι στον ένδοξο ηγεμόνα Χουλαγκού, αυτός όμως πέθανε μέχρι να φτάσει η νύφη στα μέρη του, έτσι παντρεύτηκε τον γιο του, και όταν πέθανε κι αυτός, η Μαρία γύρισε στην Πόλη και ίδρυσε το Μουχλιό, το Μοναστηράκι της Παναγίας της Μουγουλιώτισσας ή Μουχλιώτισσας εκεί στο λόφο πάνω από το Φανάρι για όσους ξέρουν)  

 «Στήριξα ένα μέρος αυτής της αφηγηματικής προσπάθειας στη μουσική , την οποία επέλεγα με ιδιαίτερη προσοχή, και στους ήχους, που κατέγραφα επιτόπου. Με τη μουσική αυξάνεται η ορατότητα, ανοίγουν οι εικόνες, καθαρίζει ο ορίζοντας, όπως όταν φυσάει βοριάς. Τα βουνά αποκτούν όγκο, διαγράφονται οι χρωματικές διαβαθμίσεις, φωτίζονται οι θάλασσες, οι φυλλωσιές λάμπουν. Με τη μουσική ή το τραγούδι μπορείς να νιώσεις το βογκητό της νοτιάς που σαρώνει την Προποντίδα, αποκλείοντας την Πόλη μέσα στα τείχη της. Να δεις το στρώμα του πάγου να καλύπτει τον Βόσπορο από την ευρωπαϊκή μέχρι την ασιατική ακτή. Να περπατήσεις στο Αρναούτκιοϊ και να χαζέψεις το γάτο της κυρίας Λουλούς, που παραμονεύει στην αποβάθρα για να αρπάξει με το πόδι του το ζαλισμένο από τα ορμητικά ρεύματα ψάρι. Με τους ήχους οι εικόνες αποκτούν βάθος. Διεγείρονται οι αισθήσεις και φορτίζεται η μνήμη των ακουσμάτων. Ισως, εν μέρει, υποκαθίστανται και οι απούσες αισθήσεις της όσφρησης και της γεύσης. Ενδεχομένως και της αφής